Αυτή η σελίδα είναι ακόμη υπό κατασκευή    


Βαβέλ
el Αυτός ο χρήστης έχει ως μητρική γλώσσα την Ελληνική.
de Dieser Benutzer spricht Deutsch als Muttersprache.
en-3 This user is able to contribute with an advanced level of English.
fr-1 Cette personne peut contribuer avec un niveau élémentaire de français.
Αναζήτηση γλωσσών των χρηστών

Οι τουρκικές λέξεις στο ελληνικό λεξιλόγιο

επεξεργασία

Από την ως τώρα μελέτη μου επί του θέματος (Ιούνιος 2010) διαπίστωσα την ύπαρξη δύο διαφορετικών εισόδων τουρκικών λέξεων στην ελληνική γλώσσα οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους τόσο ιστορικά όσο και γλωσσολογικά: αφ΄ενός η τουρκοκρατία και αφ΄ετέρου η ανταλλαγή πληθυσμών που ήταν μία από τις συνέπειες των βαλκανικών πολέμων και της μικρασιατικής εκστρατείας του 20ου αιώνα.
Το γλωσσολογικό ενδιαφέρον έγκειται στο εξής:
Οι λέξεις μιάς οποιασδήποτε γλώσσας διακρίνονται σε δύο κατηγορίες. Από τη μιά έχουμε τις "λειτουργικές", "γραμματικές", "αυτοσημενόμενες" λέξεις που ανήκουν στην "κλειστή" κατηγορία λέξεων μιάς γλώσσας. Τα άρθρα, οι προθέσεις, τα επιθήματα (στις γλώσσες όπου την λειτουργεία των προθέσεων και των κτητικών αντωνυμιών αναλαμβάνουν τα επιθήματα), οι καταλήξεις, οι αντωνυμίες, τα ερωτηματικά επιρρήματα "πότε-πού-πώς-γιατί", οι σύνδεσμοι, τα βοηθητικά ρήματα, και εν μέρει τα μόρια και τα επιφωνήματα ανήκουν εδώ. Πρόκειται για λέξεις που τα λεξικά δυσκολεύονται να τις εξηγήσουν γιατί δεν αναφέρονται σε κάτι του εξωτερικού κόσμου -απτού ή μή- αλλά στη λειτουργία της ίδιας της γλώσσας, και στην περίπτωση των μορίων και των επιφωνημάτων στην ψυχική διάθεση του ομιλητή, γιαυτό καταφεύγουν σε παραδείγματα χρήσης αυτών των λέξεων για να τις εξηγήσουν. Παράδειγμα: "Αυτό(δεικτική αντωνυμία/κλιτή) το (άρθρο/κλιτό) σπίτι είναι δικό μου (κτητική αντωνυμία/κλιτή)". Στα τουρκικά η ίδια ρήση έχει την μορφή : "Bu (=αυτό/κλιτό/χωρίς γένος!) ev (=σπίτι/κλιτό/χωρίς γένος!) evim (=σπίτι μου/κλιτό/χωρίς ρήμα! Το "είναι" εννοείται όπως στα αρχαία ελληνικά). Το γιατί η κατηγορία αυτών των λέξεων ονομάζεται "κλειστή" νομίζω ότι είναι προφανές : δεν ταξιδεύουν από τη μιά γλώσσα στην άλλη. (Τα μόρια και τα επιφωνήματα ενώ γραμματικά ανήκουν στην κατηρορία των "λειτουργικών" λέξεων, μπορούν να είναι ταξιδιάρες → δείτε τη λέξη  ουάου > αγγλικό wow!). Οι λέξεις αυτές μπορούν να παραβλθούν με τη σιδερκατασκευή/σκελετό ενός ουρανοξύστη, ή αν προτιμάτε με το μπετόν αρμέ/οπλισμένο σκυρόδεμα μιάς πολυκατοικίας. Όλα τα υπόλοιπα όπως ντουβάρια, καλώδια, σωληνώσεις, ηχομόνωση, θερμομόνωση, και κάθε είδους επίστρωμα οριζόντιων ή κάθετων επιφανειών είναι παραγεμίσματα που μπορούν αφαιρεθούν, να προστεθούν, να ανανεωθούν και γενικώς να αλλαχθούν. Το αντίστοιχό τους στις γλώσσες είναι τα ουσιαστικά, τα επίθετα, τα ρήματα, και εν μέρει τα επιρρήματα.


  1. Τουρκοκρατία: τότε οι Τούρκοι ήταν αφεντάδες και οι Ρωμιοί ήταν ραγιάδες και γιαούρηδες. Ο μεγαλύτερος όγκος των τουρκικών λέξεων στη γλώσσα μας προέρχεται από τότε. Απαριθμώ επί τροχάδην ορισμένους βασικούς τομείς: επαγγέλματα, κοινωνική οργάνωση, διοίκηση, ο,τιδήποτε είχε να κάνει με την παραγωγή της τροφής και την κατανάλωσή της, εφηρμοσμένες τέχνες (αρχιτεκτονική, κεραμική, μεταλλουργία, κλωστοϋφαντουργία, εργαλεία, μουσικά όργανα κτλ), αντίθετα στις πιό "υψηλές" και εξαϋλωμένες τέχνες όπως καλλιγραφία, μικρογραφία, μουσική -σε αντίθεση με τα μουσικά όργανα-, ποίηση -σε αντίθεση με το θέατρο σκιών του Καραγκιόζη και τις ιστορίες του Ναζρεντίν Χοτζά- δεν παρατηρείται ώσμωση, για την εξήσηση της αιτίας → δείτε τη λέξη φαρσί. Από τον παραπάνω κατάλογο, αλλά και από τον απόκλεισμό των κατακτημένων από τους τομείς του "υψηλού"/άυλου πολιτισμού των κατακτητών, εμφαίνονται δύο τινά:
    1. Οι Ρωμιοί είχαν συμμετοχή καθόλη τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας (οθα στο εξής) μόνον στον υλικό πολιτισμό της, αξίζει ωστόσο να αναφερθούν οι δύο ιστορικές περίοδοι που αυτό δεν ίσχυσε. Η πρώτη ήταν πριν από την επιβολή της πατριάς των Οσμανλήδων επί των άλλων σελτζουκικών φύλων, τότε που τα τουρκικά μπεϊλίκια της ΜικράςΑσίας, που είχαν προκύψει από τη διάλυση του Σουλτανάτου του Ρουμ, δεν πολεμούσαν μόνον με την Ρούμελη (τουρκικά: rumeli = Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή χώρα των Ρωμαίων), αλλά και μεταξύ τους. Ήταν οι εποχή που οι κατακτητές μάθαιναν ακόμα (αφού πρώτα είχαν μαθητεύσει επί δύο αιώνες περίπου στον άλλο μεγάλο φορέα πολιτισμού της εποχής εκείνης, την Περσία): αυλικές αβρότητες και τελετουργίες, ρωμαϊκά μοντέλα διοίκησης και γραγειοκρατίας, ρωμαϊκά μοντέλα κατασκευής υποδομών (ύδρευση, αποχέτευση, οδοποιία κτλ), σύμπασα την τεχνολογία των ειδών πολυτελείας που οι Βυζανατινοί κρατούσαν ως επτασφράγιστο μυστικό, και φυσικά λέξεις! Οικειοποιούνται τον βυζαντινό τίτλο "αυθέντης" για να βαφτίσουν εαυτούς στο καινούγιο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον που δημιούργησαν και ενώ η λέξη (το σημαίνον) θα είχε πεθάνει μαζί με το περιεχόμενό της (το σημαινόμενο) υπό τις δεδομένες συνθήκες της εποχής (την εξάλειψη των βυζαντινών αυθεντών), αυτή με καινούργιο περιεχόμενο, αλλά και ελαφρά διαφοροποιημένο περίβλημα, το "αυθέντης" έγινε "εφέντι" λόγω αδυναμίας εκφοράς στην τουρκική δύο συνεχόμενων συμφώνων (ενδεικτικά αναφέρω ότι τη γερμανική λέξη Pferd πφερτ=άλογο οι τούρκοι μαθητές της γερμανικής την προφέρουν πεφερέτ), και με αλλεπάλληλες μικροδιαφοροποιήσεις τόσο του περιεχομένου όσο και του περιβλήματος, διαιωνίστηκε τελικώς έως σήμερα. Οι Βυζαντινοί βασιλείς που εφάρμοζαν την πολιτική του διαίρει και βασίλευε, ήταν πρωταθλητές στην δωροδοκία πριν καταστεί αναπόφευκτη η διαξαγωγή πόλέμου (→ δείτε τη λέξη  διπλωματία), και τέλος συνήπταν, έχοντας χάσει πλέον κάθε ίχνος βυζαντινής αλαζονείας, γάμους για λόγους πολιτικής
    2. Κατά 99,9% τα νταραβέρια που είχαν οι Ρωμιοί ραγιάδες ήταν είτε με άλλους ραγιάδες πάλι, αλλά τουρκόφωνους και μουσουλμάνους, είτε -στη χάση και στη φέξη- με κάποιους κατώτερους κρατικούς λειτουργούς, όπως φοροεισπράκτορες και μπέηδες. Οι μεν πρώτοι μιλούσαν τα λεγόμενα kaba türkçe

Προτεινόμενα λήμματα

επεξεργασία
άιντε
αϊράνι
αλατζάς
αντερί
από πού ως πού nereden nereye
απτάλης
αραμπάς
αρναούτης
ασίκης
ασκέρι
ασουρές
αστάρι
ατζαμής
ατζέμ πιλάφ
άτι
αφιόνι
Βαλκάνια
βεζίρης
Βούλγαρος/Βουλγαρία
βούρ
βρε
γαζής
γενίτσαρος
γιαβρί
γιακάς
γιαούρτι
γιασεμί
γιασμάκι
γιαταγάνι
γιατάκι
γιλέκο
γκιαούρης
γρόσι
δερβέναγας
δερβίσης
Εγίρα
εμίρης
ζαμάνι
ζάρι
ζιπούνι
ζόρι/ζόρικος
ζουρνάς
ιμάμης
ιμάμ μπαϊλντί
ινάτι/γινάτι
καβούκι
καβουρμάς
καβουρντίζω
καδής
καζάντιπι
καϊμάκι
καΐκι
καλάι
καλαμπαλίκι
καλντερίμι
καλπάκι
κάλφας
καμχάς
καραβάνι
καραβανσαράι
καράφα
καρπούζι
καρσιλαμάς
καταΐφι
καρντάσι
κασέρι
καφάσι
καφενές
καφές
καφτάνι
κελεπούρι
κεμπάπ
κεσές
κέφι
κεφίρ
κεφτές
κιλίμι
κίμινο
κιμπάρης
κιόσκι
κιοτής
κιουνεφές
κομιτατζής
κονάκι
Κοράνι
κουμάρι
κουμπαράς
κουσούρι
κουτούκι
λακέρδα
λεμόνι
λέσι
λιλά
λουκούμι
λουλάς
μαγαζί
μάγος
μαγκάλι
μαϊμού
μαρκούτσι
ματζούνι
μαχαλάς
μαχλέπι/μουχαλέπι
μεζές
μελιτζάνα
μελτέμι
μεντεσές
μιντέρι
μόσχος
μούμια
μουρντάρης
μουσαφίρης
μουσουλμάνος
μπαγιάτικος
μπαγλαμάς
μπαϊλντίζω
μπαϊράκι
μπακλαβάς
μπαλτάς
μπάμια
μπαμπάς
μπαξές/μπαξεβάνης
μπαξίσι
μπαρμπέρης
μπαρούτι
μπατζάκι
μπατίρης
μπαχαρικό
μπεγλέρι
μπέης
μπεκιάρης
μπελάς
μπερντές
μπεχτασής
μπινές / μπινελίκι
μπλιγούρι
μπόσικος
μποστάνι
μπουγάτσα
μπούζι
μπουζούκι
μπουλούκι
μπουνταλάς
μπουντρούμι
μπούτι
μπρίκι
νάζι
ναργιλές
νταβαντούρι
νταβατζής
νταβραντισμένος
νταγλαράς
νταής
ντάλα
νταλίκα
νταλκάς
νταμάρι
νταντά
νταούλι
νταχτιρντί
ντελικανής
ντεμέκ
ντέρτι
ντιβάνι
ντονέρ κεμπάπ
ντονμές
ντοντουρμάς
ντουβάρι
ντουλάπα
ντουμάνι
ντουνιάς
ντουντούκα
οκά
οντάς
όπα / όπαλα
ουλεμάς
ούτι
παζάρι
παπαγάλος
παράς
παρτσακλός
παστουρμάς
πατσάς
πεζεβέγκης/μπεζεβέγκης
πεϊνιρλί
πεσκίρι
πετιμέζι
πεχλιβάνης
πιλάφι
πιτζάμα
πούστης
ραγιάς
ρακί
ράφι
ραχάτι
ρεζίλι/ρεζιλίκι/ρεζιλεύω
σαλβάρι
σάλι
σανδάλι/σαντάλι
σαν φιστίκ
σαραγλί
σαρίκι
σατράπης
σαφράνι
σαχάνι/σαχανάκι
σεβντάς
Σεράγιεβο
σαντζάκι
σαραγλί
σαράι
σαρμάς
σερμπέτι
σεφτές
σις κεμπάπ
σοκάκι
σόμπα
σορολόπ
σουλούπι
σουλτάνος
σουμάκι
σουτζούκι
σπαχής
ταβάς
ταλκ
ταμπλάς/ταμπλαδωτός
ταμπούρι/ταμπουρώνομαι
ταμπουράς
ταξίμι
τάσι
τας κεμπάπ
ταφτάς
ταχίνι
ταψί
τεκές
τέλι
τεμενάς
τενεκές
τιμάριο
τορβάς/ντορβάς/ντουρβάς
τουλίπα
τουλούμι
τουρουλού
τουρσί
τουφέκι
τραχανάς
τρώω από τα έτοιμα hazırdan yemek
τζαμί
τζάμι
τζατζίκι
τζιγιέρι
τζουβαΐρι
τσάι
τσακάλι
τσακμάκι
τσαμασίρι
τσανάκι
τσάντα
τσαντίρι
τσαούσης
τσαπράζι
τσαρδί
τσάρκα
τσαρούχι
τσατί
τσατίζω/τσατίζομαι
τσεβρές
τσιβί
τσιμένι
τσιμπούκι
τσιμπούσι
τσινάρι
τσιράκι
τσίσα
τσιφλίκι
τσιφούτης
τσιφτετέλι
τσομπάνος
τσουβάλι
τσουμπλέκι
τσουράπι
τσουρέκι
τσόχα
φακίρης
φαράσι
φαρσί
φεφτάς
φιντάνι
φιρμάνι
φισέκι
φιστίκι
φιτίλι
φλιτζάνι
φουκαράς
χαβαλέ/χαβαλεδιάζω
χαβάς
χαβιάρι
χαβούζα
χάβρα
χαγιάτι
χάζι/χαζεύω
χακί
χαλάλι/χαλαλίζω
χάλι
χαλί
χαλκάς
χαμάμ
χαμπάρι
χαμσί
χάνι
χανούμισα
χάπι
χαράμι/χαραμίζω
χαράτσι
χαρέμι
χαρμάνι
χαρούπι
χασάπης
χασίσι
χένα
χότζας
χουζούρι
χουζουρλής
χουρμάς