μπαξίσι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπαξίσι | τα | μπαξίσια |
γενική | του | μπαξισιού | των | μπαξισιών |
αιτιατική | το | μπαξίσι | τα | μπαξίσια |
κλητική | μπαξίσι | μπαξίσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /baˈksi.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπα‐ξί‐σι
Ουσιαστικό επεξεργασία
μπαξίσι ουδέτερο
- χρηματικό ποσό που δίνεται σε κάποιον για να κάνει μια εξυπηρέτηση
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μπαξίσι
|