Δείτε επίσης: πατάρι, μπαζάρ
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παζάρι τα παζάρια
      γενική του παζαριού των παζαριών
    αιτιατική το παζάρι τα παζάρια
     κλητική παζάρι παζάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

παζάρι ουδέτερο

  1. η υπαίθρια αγορά
      Ἐκεῖνοι μᾶς μέρασαν, κι' ὁ καθένας μας πουλήθηκε στὸ παζάρι σκλάβος ἀλευτέρωτος σ' ἄλλους ἀνθρώπους. (Χρήστος Χρηστοβασίλης, Ο ξενιτεμένος)
  2. η διαπραγμάτευση για την τιμή ενός προϊόντος μεταξύ εμπόρου και αγοραστή
      στην Ανατολή σχεδόν επιβάλλονται τα παζάρια
     συνώνυμα: παζάρεμα

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι (τίτλος τραγουδιού με τίτλο «το κοκοράκι», τραγουδιστής Νίκος Γούναρης το 1949/50)
    • Il Pulcino Pio στην αγγλική Βικιπαίδεια 
    • video Οι King's Singers τραγουδούν «το κοκοράκι», to 2017, στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία