Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανθρωποπάζαρο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ανθρωποπάζαρ
ο
τα
ανθρωποπάζαρ
α
γενική
του
ανθρωποπάζαρ
ου
των
ανθρωποπάζαρ
ων
αιτιατική
το
ανθρωποπάζαρ
ο
τα
ανθρωποπάζαρ
α
κλητική
ανθρωποπάζαρ
ο
ανθρωποπάζαρ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανθρωποπάζαρο
<
ανθρωπο-
+
παζάρ(ι)
+
-ο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ανθρωποπάζαρο
ουδέτερο
μέρος
όπου πουλιούνται και αγοράζονται
άνθρωποι
(ως
δούλοι
ή
σκλάβοι
)
Συνώνυμα
επεξεργασία
σκλαβοπάζαρο
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
άνθρωπος
και
παζάρι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανθρωποπάζαρο
→
δείτε
τη λέξη
σκλαβοπάζαρο