Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κληρονομημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
κληρονομημέν
ος
η
κληρονομημέν
η
το
κληρονομημέν
ο
γενική
του
κληρονομημέν
ου
της
κληρονομημέν
ης
του
κληρονομημέν
ου
αιτιατική
τον
κληρονομημέν
ο
την
κληρονομημέν
η
το
κληρονομημέν
ο
κλητική
κληρονομημέν
ε
κληρονομημέν
η
κληρονομημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
κληρονομημέν
οι
οι
κληρονομημέν
ες
τα
κληρονομημέν
α
γενική
των
κληρονομημέν
ων
των
κληρονομημέν
ων
των
κληρονομημέν
ων
αιτιατική
τους
κληρονομημέν
ους
τις
κληρονομημέν
ες
τα
κληρονομημέν
α
κλητική
κληρονομημέν
οι
κληρονομημέν
ες
κληρονομημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
κληρονομημένος
, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
κληρονομώ
,
κληρονομούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κληρονομημένος
γαλλικά
:
hérité
(fr)