Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζωοπάζαρο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συνώνυμα
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ζωοπάζαρ
ο
τα
ζωοπάζαρ
α
γενική
του
ζωοπάζαρ
ου
των
ζωοπάζαρ
ων
αιτιατική
το
ζωοπάζαρ
ο
τα
ζωοπάζαρ
α
κλητική
ζωοπάζαρ
ο
ζωοπάζαρ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζωοπάζαρο
<
ζώ(ο)
+
-ο-
+
παζάρ(ι)
+
-ο
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
zo.oˈpa.za.ɾo
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ζωοπάζαρο
ουδέτερο
το
παζάρι
(υπαίθρια αγορά) για αγοροπωλησία
ζώων
παραγωγής
Συνώνυμα
επεξεργασία
ζωοπανήγυρη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζωοπάζαρο