• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ταβάς

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Σύνθετα
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ταβάς οι ταβάδες
      γενική του ταβά των ταβάδων
    αιτιατική τον ταβά τους ταβάδες
     κλητική ταβά ταβάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ταβάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική tava < περσική تاوه (tāve)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ταβάς αρσενικό

  1. βαθύ ταψί με καπάκι και χερούλια
    αντικολλητικός ταβάς
  2. διάτρητη μεταλλική πλάκα ψησίματος πάνω σε χόβολη, καστανονταβάς

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • νταβάς
  • τταβάς (κυπριακά)

Σύνθετα

επεξεργασία
  • φασουλοταβάς

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ταβάς
  • αζεριανά : tava (az)
  • βουλγαρικά : тава (bg)
  • σλαβομακεδονικά : тава (mk)
  • περσικά : تاوه (fa)
  • σερβοκροατικά : tava (sh)
  • τουρκικά : tava (tr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ταβάς&oldid=7173105"
Τελευταία επεξεργασία στις 7 Ιουνίου 2025, στις 07:54

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 7 Ιουνίου 2025, στις 07:54.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας