καλντερίμι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καλντερίμι τα καλντερίμια
      γενική του καλντεριμιού των καλντεριμιών
    αιτιατική το καλντερίμι τα καλντερίμια
     κλητική καλντερίμι καλντερίμια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
καλντερίμι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kaldırım < αρχαία ελληνική καλός + δρόμος (αντιδάνειο)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kal.deˈɾi.mi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: καλ‐ντε‐ρί‐μι

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καλντερίμι ουδέτερο

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία