Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γιαούρτι τα γιαούρτια
      γενική του γιαουρτιού των γιαουρτιών
    αιτιατική το γιαούρτι τα γιαούρτια
     κλητική γιαούρτι γιαούρτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Ένα στάδιο στην παρασκευή του γιαουρτιού.
 
Γιαούρτι με μέλι.

  Ετυμολογία επεξεργασία

γιαούρτι < (άμεσο δάνειο) αρωμουνική yaurti, πληθυντικός αριθμός του yaurte < οθωμανική τουρκική یوغورت (τουρκική yoğurt) < παλαιά τουρκικά yogurt < πρωτοτουρκική *jog-urt (πηγμένο γάλα)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ʝaˈuɾ.ti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: για‐ούρ‐τι
ομόηχο: γιαούρτη

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γιαούρτι ουδέτερο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία