γιαουρτοπόλεμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γιαουρτοπόλεμος < γιαούρτ(ι) + -ο- + -πόλεμος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγιαουρτοπόλεμος αρσενικό
- παιχνίδι με πέταμα γιαουρτιών
- έκφραση χρησιμοποιούμενη σε περίπτωση εμφάνισης ισχυρού ανταγωνισμού ή διαπλοκών από εταιρείες παραγωγής ή κατασκευαστές γιαουρτιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία γιαουρτοπόλεμος