σαντάλι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σαντάλι | τα | σαντάλια |
γενική | του | σανταλιού | των | σανταλιών |
αιτιατική | το | σαντάλι | τα | σαντάλια |
κλητική | σαντάλι | σαντάλια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /sanˈda.li/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σα‐ντά‐λι
Ουσιαστικό
επεξεργασίασαντάλι ουδέτερο
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σανδάλι, σαντάλι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας