Βούλγαρος
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Βούλγαρος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Βούλγαρος αρσενικό (θηλυκό Βουλγάρα
- (εθνικό όνομα) αυτός που κατάγεται από τη Βουλγαρία ή έχει βουλγαρική υπηκοότητα
![]() |
Βούλγαρος αρσενικό (θηλυκό Βουλγάρα