• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τεκές

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τεκές οι τεκέδες
      γενική του τεκέ των τεκέδων
    αιτιατική τον τεκέ τους τεκέδες
     κλητική τεκέ τεκέδες
Κατηγορία όπως «καφές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Τεκές των Ασπρογείων στα Φάρσαλα

Ετυμολογία

επεξεργασία
τεκές < (άμεσο δάνειο) τουρκική tekke < αραβική تكية (takya) (περσική تكیه)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

τεκές αρσενικό

  1. μουσουλμανικό μοναστήρι δερβίσηδων
  2. μέρος όπου συναθροίζονται και διασκεδάζουν χασισοπότες
  3. μέρος που έχει γεμίσει με καπνούς τσιγάρων

Συγγενικά

επεξεργασία
  • τεκετζής

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • τεκές στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τεκές
  • αγγλικά : khanqah (en)
  • τουρκικά : tekke (tr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τεκές&oldid=5571621"
Τελευταία επεξεργασία στις 6 Ιουλίου 2022, στις 17:12

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Ιουλίου 2022, στις 17:12.
      • Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας