φαράσι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φαράσι | τα | φαράσια |
γενική | του | φαρασιού | των | φαρασιών |
αιτιατική | το | φαράσι | τα | φαράσια |
κλητική | φαράσι | φαράσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- φαράσι < (άμεσο δάνειο) τουρκική faraş + -ι[1]
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φαράσι ουδέτερο
- εργαλείο συλλογής σκουπιδιών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φαράσι
|
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ φαράσι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας