καφάσι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | καφάσι | τα | καφάσια |
γενική | του | καφασιού | των | καφασιών |
αιτιατική | το | καφάσι | τα | καφάσια |
κλητική | καφάσι | καφάσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίακαφάσι ουδέτερο
- το ανοιχτό κιβώτιο για φρούτα και λαχανικά ή μπουκάλια
- το δικτυωτό πλέγμα, κατασκευασμένο από ξύλο ή άλλο υλικό, που τοποθετείται σε παράθυρα
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- καφάσι στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | καφάσι | τα | καφάσια |
γενική | του | καφασιού | των | καφασιών |
αιτιατική | το | καφάσι | τα | καφάσια |
κλητική | καφάσι | καφάσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 2
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίακαφάσι ουδέτερο
Εκφράσεις
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία καφάσι
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ καφάσι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας