↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αραμπάς οι αραμπάδες
      γενική του αραμπά των αραμπάδων
    αιτιατική τον αραμπά τους αραμπάδες
     κλητική αραμπά αραμπάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
αραμπάς

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αραμπάς < τουρκική araba < πρωτοτουρκική *araba / *arba (άμαξα, τροχός)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αραμπάς αρσενικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία