πεσκίρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | πεσκίρι | τα | πεσκίρια |
γενική | του | πεσκιριού | των | πεσκιριών |
αιτιατική | το | πεσκίρι | τα | πεσκίρια |
κλητική | πεσκίρι | πεσκίρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπεσκίρι ουδέτερο
- το προσόψι, πετσέτα προσώπου