Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ταλκ < γαλλική talc[1] < μέση γαλλική talc < αραβική طلق (ṭalq) < περσική تلک (talk)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ταλκ ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

 
ταλκ

  Ετυμολογία επεξεργασία

ταλκ < αγγλική talc < μέση γαλλική talc < αραβική طلق (ṭalq) < περσική تلک (talk)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ταλκ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία