λέσι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | λέσι | τα | λέσια |
γενική | του | λεσιού | των | λεσιών |
αιτιατική | το | λέσι | τα | λέσια |
κλητική | λέσι | λέσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- λέσι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική λέσι < οθωμανική τουρκική لاش (leş) (τουρκική leş ψοφίμι) + -ι [1] < περσική لاش (lāš)[2]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈle.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λέ‐σι
Ουσιαστικό
επεξεργασίαλέσι ουδέτερο (δημοτική)
- το ψοφίμι, πτώμα ζώου
- ⮡ βρομάει σα λέσι
- η δυσοσμία που αναδίνει, η βρόμα[3]
- (μεταφορικά, λαϊκότροπο) για άνθρωπο αδύναμο και αποκαμωμένο, σαν ψοφίμι
- (μεταφορικά, λαϊκότροπο) για άνθρωπο βρώμικο
- (παρωχημένο, στην Τουρκοκρατία)[4] από τους Τούρκους, περιφρονητικά, για πτώμα χριστιανού
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία λέσι
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ λέσι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- ↑ ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Ετυμολογία
επεξεργασία- λέσι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική لاش (leş, ψοφίμι) + -ι < περσική لاش (lāš)[1]
Ουσιαστικό
επεξεργασίαλέσι ουδέτερο
Κλιτικοί τύποι
επεξεργασία- λέση (πληθυντικός)
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
επεξεργασία- λέσι - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].