-ι
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -ι κατάληξη ουδετέρων ουσιαστικών: < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική -ιν ή από το υποκοριστικό στην αρχαία ελληνική -ιον (παράδειγμα: αρχαία ελληνική παιδίον - νεοελληνικό παιδί χωρίς υποκοριστική σημασία)
- -ι και δείτε -ί
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-ι και -ί
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- -ι κατάληξη ουδετέρων ουσιαστικών < -ιν, -ιον, (υποκοριστικό), κληρονομημένο από την αρχαία ελληνική -ιον (παράδειγμα: αρχαία ελληνική ἀκάνθιον - μεσαιωνικό ἀκάνθιν, ἀκάνθι χωρίς υποκοριστική σημασία)
- -ι και δείτε -ί
ΕπίθημαΕπεξεργασία
-ι και -ί