πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ουσιαστικό τα ουσιαστικά
      γενική του ουσιαστικού των ουσιαστικών
    αιτιατική το ουσιαστικό τα ουσιαστικά
     κλητική ουσιαστικό ουσιαστικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Προφορά

ΔΦΑ : /u.si.a.stiˈko/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ουσιαστικό

Ουσιαστικό

ουσιαστικό ουδέτερο

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

Αναφορές

  1. ουσιαστικό - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. ουσιαστικό - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)