κάτω σαξονικά
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
κάτω σαξονικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) διάλεκτος της γερμανικής γλώσσας. Ο όρος κάτω αναφέρεται στο χαμηλότερο υψόμετρο των περιοχών της διαλέκτου, δηλαδή των βόρειων πεδιάδων της Γερμανίας και της ανατολικής Ολλανδίας.
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
- κωδικός γλώσσας: nds
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
κάτω σαξονικά