Δείτε επίσης: -ίον

Ετυμολογία 1

επεξεργασία
-ιον < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ιον, συχνά με υποκοριστική σημασία (όπως από την (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή -ιον)

-ιον και -ίον, -ιν

  1. κατάληξη για το σχηματισμό ουδέτερων ουσιαστικών
    γελῶ > γέλ'ιον
    ἀγγαρεία > ἀγγάρ'ιον
  2. κατάληξη για το σχηματισμό ουδέτερων [επίθημα|επιθημάτων]], συχνά υποκοριστικών
    -άριον, -ίδιον
  3. (υποκοριστικό) επίθημα, συνήθως στη μορφή -ιν

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
-ιον: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος επιθήματος

επεξεργασία

-ιον