βιολετί
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /vi̯o.leˈti/ & /vʝo.leˈti/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βιο‐λε‐τί
Επίθετο
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
βιολετί άκλιτο
- άκλιτος τύπος του βιολετής για όλα τα γένη