βιολετής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | βιολετής | η | βιολετιά | το | βιολετί |
γενική | του | βιολετή & βιολετιού |
της | βιολετιάς | του | βιολετιού (βιολετί) |
αιτιατική | τον | βιολετή | τη | βιολετιά | το | βιολετί |
κλητική | βιολετή | βιολετιά | βιολετί | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | βιολετιοί | οι | βιολετιές | τα | βιολετιά |
γενική | των | βιολετιών | των | βιολετιών | των | βιολετιών |
αιτιατική | τους | βιολετιούς | τις | βιολετιές | τα | βιολετιά |
κλητική | βιολετιοί | βιολετιές | βιολετιά | |||
Οι τύποι με γιώτα (-ιού, -ιοί, -ιά, -ιών, ...) προφέρονται με συνίζηση. Και άκλιτο για όλα τα γένη, βιολετί. | ||||||
Κατηγορία όπως «σταχτής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /vi̯o.leˈtis/ & /vʝo.leˈtis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βιο‐λε‐τής
Επίθετο
επεξεργασίαβιολετής, -ιά, -ί και άκλιτο βιολετί
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη βιολέτα
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ βιολετής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας