για τους συντάκτες: Κατηγορία:Πρότυπα για 3κλιτα

3η κλίση ουσιαστικών « Κατηγορία:Ουσιαστικά κατά την κλίση (αρχαία ελληνικά) & ελληνιστική κοινή

Κατηγορία:Τριτόκλιτα ουσιαστικά - Third declension of Ancient Greek nouns

ανισοσύλλαβα - γενική ενικού σε -ος, -ως, -ους - το θέμα, από τη γενική ενικού
Κανόνες 3ης κλίσης: #Τονισμός, #Μονοσύλλαβα Πηγές
Περιεχόμενα - Ουσιαστικά - 3η κλίση - ευρετήριο καταλήξεων (ονομαστική-γενική)

Κατηγορία:Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
Είναι όλα περιττοσύλλαβα (ανισοσύλλαβα) (έχουν παραπανίσια συλλαβή σε κλιτικό τύπο, όπως στη γενική ενικού).
Οι γενικές του ενικού λήγουν σε -ος, -ως, ή -ους.

Ως προς τον αριθμό θεμάτων

Ως προς την κατάληξη

  • καταληκτικά, + στην ονομαστική ενικού (ἥρως = ἥρω-ς, κατάληξη )
  • ακατάληκτα: μόνον το θέμα στην ονομαστική ενικού (χιών = χιών-, χωρίς κατάληξη)

Ομάδες:
Ως προς τον χαρακτήρα του θέματος, τον τελευταίο φθόγγο του θέματος:


Πίνακες

Φωνηεντόληκτα

επεξεργασία

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'πόλις'}}
  • φωνηεντόληκτα διπλόθεμα καταληκτικά σε -ῐς, -εως / -ῠς , -εως θηλυκά ή αρσενικά
    (δείτε και τα ουδέτερα στο #ἄστυ)

ΚΑΝΟΝΕΣ για τα -ις ή -υς όπως «πόλις», «πρέσβυς»

  • θέμα με -ι ή -υ ονομαστική, η αιτιατική και η κλητική του ενικού
  • !! Αντικανονικός μοιάζει ο τονισμός στη γενική ενικού: πόλεως (με μακρό στη λήγουσα!). Αυτό συμβαίνει γιατί προέρχεται από τύπο πόληος. Παρόμοιο αντικανονικό τονισμό, όμοια και η γενική πληθυντικού.
  • Συναιρούν ε+ε   ε+ι > ει (πόλεες > πόλεις)
  • Αιτιατική ενικού με ν
  • Κλητική ενικού χωρίς κατάληξη.
  • Αιτατική πληθυντικού, ίδια με την ονομαστική πληθυντικού.

ΠΗΓΕΣ: §268-273, #Smyth

-ις που τονίζονται στην παραλήγουσα

Με επιπλέον τύπους, όπως γενική ενικού σε -ιος & -ιδος ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ τίγρις

-ις προπαροξύτονα

Με επιπλέον τύπους, όπως γενική ενικού σε -ιος & -ιδος ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ σεμίδαλις

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
πολῐ- πολε-
ονομαστική πόλῐς αἱ πόλεις
      γενική τῆς πόλεως τῶν πόλεων
      δοτική τῇ πόλει ταῖς πόλεσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν πόλῐν τὰς πόλεις
     κλητική ! πόλῐ πόλεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πόλει
γεν-δοτ τοῖν  πολέοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
δυναμῐ- δυναμε-
ονομαστική δύναμῐς αἱ δυνάμεις
      γενική τῆς δυνάμεως τῶν δυνάμεων
      δοτική τῇ δυνάμει ταῖς δυνάμεσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν δύναμῐν τὰς δυνάμεις
     κλητική ! δύναμῐ δυνάμεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δυνάμει
γεν-δοτ τοῖν  δυναμέοιν
για τους συντάκτες:{{grc-κλίση-'υιύς'}} {{grc-κλίση-'πόλις'}}
  • φωνηενότληκτα όξύτονα σε -ύς , -έος
  • φωνηεντόληκτα διπλόθεμα καταληκτικά σε -ῠς , -εως
    (δείτε και τα ουδέτερα στο #ἄστυ)

#ΚΑΝΟΝΕΣ

-ύς-έος Κατηγορία:υἱύς   1 λέξεις. 
όπωςυἱύς, τοῦ υἱέος
-υς-εως Κατηγορία:πρέβυς   2 λέξεις. 
-υς-εως Κατηγορία:πέλεκυς   1 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
παράδειγμα: όπως υἱε- υἱύς
ονομαστική ς οἱ -εῖς
      γενική τοῦ τῶν ων
      δοτική τῷ -εῖ τοῖς σῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ν τοὺς -εῖς
     κλητική ! -εῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  -εῖ
γεν-δοτ τοῖν  οιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
πρεσβῠ- πρεσβε-
ονομαστική πρέσβῠς οἱ πρέσβεις
      γενική τοῦ πρέσβεως τῶν πρέσβεων
      δοτική τῷ πρέσβει τοῖς πρέσβεσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πρέσβῠν τοὺς πρέσβεις
     κλητική ! πρέσβῠ πρέσβεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πρέσβει
γεν-δοτ τοῖν  πρεσβέοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
πελεκῠ- πελεκε-
ονομαστική πέλεκῠς οἱ πελέκεις
      γενική τοῦ πελέκεως τῶν πελέκεων
      δοτική τῷ πελέκει τοῖς πελέκεσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πέλεκῠν τοὺς πελέκεις
     κλητική ! πέλεκῠ πελέκεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πελέκει
γεν-δοτ τοῖν  πελεκέοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'λάτρις'}}
  • όπως λάτρις (κοινού γένους, που έχει και επιπλέον τύπους)
  • δείτε τύπους από την κλίση -ις, -ιος στα -ς, -δος
-ίς, -ιός Κατηγορία:κίς   0 λέξεις. 
-ις, -ιος Κατηγορία:λάτρις   2 λέξεις. 
Πρότυπο:grc-κλίση-'κις'
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
λᾰτρι-
ονομαστική / λάτρις οἱ/αἱ λάτριες
      γενική τοῦ/τῆς λάτριος τῶν λατρίων
      δοτική τῷ/τῇ λάτρι τοῖς/ταῖς λάτρι(ν)
    αιτιατική τὸν/τὴν λάτριν τοὺς/τὰς λάτριᾰς
     κλητική ! λάτρι
& λάτρις
λάτριες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  λάτριε
γεν-δοτ τοῖν  λατρίοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'στίμμι'}}
  • ουδέτερα σε , γενική -ιος & -εως
  • λάτρις (κοινού γένους) - έχουν και περισσότερους
  • δείτε και το #κόμμι, -εως
-ι, -ιος/-εως Κατηγορία:στίμμι   2 λέξεις. 
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ στίμμῐ τὰ στίμμη - στίμμε
      γενική τοῦ στίμμῐος - στίμμεως τῶν στιμμέων
      δοτική τῷ στίμμει τοῖς στίμμεσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ στίμμῐ τὰ στίμμη - στίμμε
     κλητική ! στίμμῐ στίμμη - στίμμε
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  στίμμει
γεν-δοτ τοῖν  στιμμέοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'άστυ'}}
  • φωνηεντόληκτα διπλόθεμα ουδέτερα σε -ῠ ή -ῐ, γενική -εως

ΚΑΝΟΝΕΣ: δείτε στο #πόλις (θηλυκά & αρσενικά)
ΠΗΓΕΣ: #Smyth, §268-273

-υ-εως ουδέτερα -ι-εως ουδέτερα
παρλήγουσα τονισμένη: Κατηγορία:ἄστυ   3 λέξεις. 
  • ουδέτερα παροξύτονα (ἄστυ)
  • ουδέτερα προπερισπώμενα (σῶρυ)

προπαροξύτονα

  • δε βρέθηκαν
παραλήγουσα τονισμένη Κατηγορία:κόμι   2 λέξεις. 
  • ουδέτερα παροξύτονα (κόμμι)
  • ουδέτερα προπερισπώμενα (σῶρι)

& προπαροξύτονα Κατηγορία:σίναπι   4 λέξεις. 

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἀστῠ- ἀστε-
ονομαστική τὸ ἄστῠ τὰ ἄστη - ἄστε
      γενική τοῦ ἄστεως τῶν ἄστεων
      δοτική τῷ ἄστει τοῖς ἄστεσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ ἄστῠ τὰ ἄστη - ἄστε
     κλητική ! ἄστῠ ἄστη - ἄστε
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἄστει
γεν-δοτ τοῖν  ἀστέοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
σιναπῐ- σιναπε-
ονομαστική τὸ σίναπῐ τὰ σινάπη - σινάπε
      γενική τοῦ σινάπεως τῶν σινάπεων
      δοτική τῷ σινάπει τοῖς σινάπεσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ σίναπῐ τὰ σινάπη - σινάπε
     κλητική ! σίναπῐ σινάπη - σινάπε
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  σινάπει
γεν-δοτ τοῖν  σιναπέοιν
  • φωνηεντόληκτα μονόθεμα καταληκτικά σε -υς, -υος / -ύς, -ύος / -ῦς, -υός
  • -υς, -υος αρσενικά όπως ὁ βότρυς, τοῦ βότρυος - θηλυκά όπως ἡ λάβρυς, τῆς λάβρυος
  • -ύς (-ῦς), -ύος αρσενικά όπως ὁ ἰχθύς, τοῦ ἰχθύος - θηλυκά όπως ἡ ἰσχύς, τῆς ἰσχύος. ἡ ὀφρῦς, τῆς ὀφρύος
  • -ῦς, -υός αρσενικά όπως ὁ μῦς, τοῦ μυός - θηλυκά όπως ἡ δρῦς, τῆς δρυός - κοινού γένους όπως σῦς, συός
  • Δείτε και ουδέτερα όπως τὸ #κόνδυ, τοῦ κόνδυος, τὸ #νᾶπυ, τοῦ νάπυος

ΚΑΝΟΝΕΣ

  • αιτιατική ενικού με κατάληξη -ν αντί -α (τὸν βότρυν)
  • αιτιατική πληθυντικού με κατάληξη -ς αντί -ας (τοὺς βότρυς) αλλά συχνά και με -ας (τοὺς βότρυας)
  • κλητική ενικού χωρίς κατάληξη: ὦ βότρυ, ὦ ἰχθύ, ὦ δρῦ
  • περιπωμένη στη λήγουσα για όλους τους μονοσύλλαβους τύπους (και την αιτιατική πληθυντικού όταν τονίζεται στη λήγουσα) αντίθετα με τον κανόνα(κανονικά παίρνουν στη λήγουσα οξεία οι ασυναίρετες ονομαστικές, αιτιατικές & κλητικές) που θέλει τέτοιες ασυναίρετες καταλήξεις να παίρνουν οξεία . Παραδείγματα
    • βότρυς: θέμα βοτρῠ-
    • ἰχθύς: θέματα ἰχθῠ- (σε τρισύλλαβα) ἰχθῡ- (σε δισύλλαβα)
    • δρῦς: θέματα δρῠ- +φωνήεν & δοτική πληθυντικού. Αλλού, δρῡ-
      θέματα ῡ- σε μονοσύλλαβα, αλλιώς ῠ- σε πολυσυλλαβα

ΠΗΓΕΣ: #Smyth §269, §268

-ύς (-ῦς), -ύος Κατηγορία:ἰχθύς   10 λέξεις. 
-υς, -υος Κατηγορία:βότρυς   10 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἰχθῠ- (σε τρισύλλαβα) ἰχθῡ- (σε δισύλλαβα)
ονομαστική ἰχθύς οἱ ἰχθύες
      γενική τοῦ ἰχθύος τῶν ἰχθύων
      δοτική τῷ ἰχθύῐ̈ τοῖς ἰχθύσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἰχθύν τοὺς ἰχθῦς
     κλητική ! ἰχθύ ἰχθύες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἰχθύε
γεν-δοτ τοῖν  ἰχθύοιν
Το υ στις καταλήξεις είναι βραχύ ῠ- σε τρισύλλαβα και μακρό ῡ- σε δισύλλαβα.
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
βοτρῠ-
ονομαστική βότρυς οἱ βότρυες
      γενική τοῦ βότρυος τῶν βοτρύων
      δοτική τῷ βότρυῐ̈ τοῖς βότρυσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν βότρυν τοὺς βότρυς
     κλητική ! βότρυ βότρυες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  βότρυε
γεν-δοτ τοῖν  βοτρύοιν
-ῦς -υός Κατηγορία:δρῦς   4 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
δρῠ- +φωνήεν & δοτική πληθυντικού. Αλλού, δρῡ-

ῡ- σε μονοσύλλαβα, αλλιώς ῠ- σε πολυσυλλαβα

ονομαστική δρῦς αἱ δρύες
      γενική τῆς δρυός τῶν δρυῶν
      δοτική τῇ δρυῐ̈́ ταῖς δρυσῐ́(ν)
    αιτιατική τὴν δρῦν τὰς δρῦς
     κλητική ! δρῦ δρῦες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δρύε
γεν-δοτ τοῖν  δρυοῖν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'κόνδυ'}}
  • φωνηεντόληκτα μονόθεμα καταληκτικά ουδέτερα σε -υ, -υος
  • -υ, -υος ουδέτερα παροξύτονα όπως τὸ κόνδυ, τοῦ κόνδυος
  • -υ, -υος ουδέτερα προπερισπώμενα όπως τὸ νᾶπυ, τοῦ νάπυος
  • -υ, -υος το προπαροξύτονο τὸ σίναπυ, τοῦ σινάπυος

Παρόμοια τα ουσιαστικά όπως #βότρυς
Δείτε εκεί τους Κανόνες όπως στα #υς-υος αρσενικά και θηλυκά

Κατηγορία:κόνδυ   5 λέξεις. 
τὸ σίναπυ, τοῦ σινάπυος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κονδῠ-
ονομαστική τὸ κόνδῠ τὰ κόνδῠ
      γενική τοῦ κόνδῠος τῶν κονδῠ́ων
      δοτική τῷ κόνδῠῐ̈ τοῖς κόνδῠσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ κόνδῠ τὰ κόνδῠ
     κλητική ! κόνδῠ κόνδῠ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κόνδῠε
γεν-δοτ τοῖν  κονδῠ́οιν
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ
Δείτε και με γραφή #σίναπι
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'Τρως'}} {{grc-κλίση-'ήρως'}}
  • φωνηεντόληκτα μονόθεμα καταληκτικά σε -ώς, ωός / -ς, ός / -ως, -ωος
  • το θέμα τους έληγε σε ωϝ
  • όπως ὁ ἥρως, τοῦ ἥρωow
  • μονοσύλλαβα όπως δμώς, θώς: όλα τα μονοσύλλαβα τονίζουν τη λήγουσα σε όλες τις γενικές και δοτικές
    !!ΕΚΤΟΣ από τη γενική πληθυντικού -ώων αντί για -ῶν (& δυϊκού, -οιν αντί για -οῖν)
    Δείτε !!#μονοσύλλαβα
  • ειδική περίπτωση  ἅλς, τοῦ ἁλός με διαφορετική σημασία ως θηλυκό Κατηγορία:ἅλς
-ώς, -ωός οξύτονα Κατηγορία:Τρώς   3 λέξεις. 
-ως, -ωος παροξύτονα Κατηγορία:ἥρως   2 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Τρω-
ονομαστική Τρώς οἱ Τρῶες
      γενική τοῦ Τρωός τῶν Τρώων
      δοτική τῷ Τρωΐ τοῖς Τρωσῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν Τρῶ τοὺς Τρώᾰς
     κλητική ! Τρώς Τρῶες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Τρῶε
γεν-δοτ τοῖν  Τρώοιν
Εξαίρεση στον τονισμό γενικής πληθυντικού. όπως το μονοσύλλαβα με εξαιρέσεις.
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἡρω-
ονομαστική ἥρως οἱ ἥρωες
      γενική τοῦ ἥρωος τῶν ἡρώων
      δοτική τῷ ἥρω τοῖς ἥρωσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἥρω τοὺς ἥρωᾰς
     κλητική ! ἥρως ἥρωες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἥρωε
γεν-δοτ τοῖν  ἡρώοιν

αυς ευς ους

επεξεργασία

Καταληκτικά μονόθεμα σε -εύς, -αῦς, -οῦς

  • Το υ του χαρακτήρα θέματος αποβάλλεται πριν από φωνήεν (βασιλε ος'
  • η κλητική ενικού δεν έχει κατάληξη

Ομάδα:βασιλεύς 154 λέξεις. 
Παρατηρήσεις:

  • Η γενική ενικού, -έως' αντί -έος
  • Η αιτιατική πληθυντικού τοὺς βασιλέ-ᾱς (στην ελληνιστική συναντάμε κσι τοὺς βασιλεῖς)
  • 1) Το υ του χαρακτήρα θέματος αποβάλλεται πριν από φωνήεν
  • και 2) το ε που απομένει, συναιρείται με τα ε ή ι

ἁλιεύς: Όσα έχουν φωνήεν+εύς (Εὐβοεὺς, Δωριεύς, κ.λπ), συνήθως

  • το ε που απομένει, συναιρείται με τα ω ή α

Για μερικά, δε συναντάμε στα κείμενα πληθυντικό σε -ῆς, αλλά μόνον σε -εῖς (όπως στο Ἀντιοχεύς)

Το Ζεύς είναι μεταπλαστό.

Κατηγορία:βασιλεύς-έως   61 λέξεις. 
Κατηγορία:ἁλιεύς-έως   24 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική βασιλεύς οἱ βασιλεῖς - βασιλῆς*
      γενική τοῦ βασιλέως τῶν βασιλέων
      δοτική τῷ βασιλεῖ τοῖς βασιλεῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν βασιλέ τοὺς βασιλέᾱς
     κλητική ! βασιλεῦ βασιλεῖς - βασιλῆς*
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  βασιλ1 ή βασιλεῖ2
γεν-δοτ τοῖν  βασιλέοιν
* αττικός τύπος
1 όπως στη Γραμματική του Smyth
2 όπως στη Γραμματική Γυμνασίου-Λυκείου Οικονόμου.
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀντιοχεύς οἱ Ἀντιοχεῖς
      γενική τοῦ Ἀντιοχέως τῶν Ἀντιοχέων
      δοτική τῷ Ἀντιοχεῖ τοῖς Ἀντιοχεῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Ἀντιοχέ τοὺς Ἀντιοχέᾱς
     κλητική ! Ἀντιοχεῦ Ἀντιοχεῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀντιοχεῖ
γεν-δοτ τοῖν  Ἀντιοχέοιν
Δεν καταγράφονται καταλήξεις πληθυντικού σε -ῆς.
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἁλιεύς οἱ ἁλιεῖς - ἁλιῆς*
      γενική τοῦ ἁλιέως
& ἁλιῶς
τῶν ἁλιέων
& ἁλιῶν
      δοτική τῷ ἁλιεῖ τοῖς ἁλιεῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἁλιέ
& ἁλι
τοὺς ἁλιέᾱς
& ἁλιᾶς
     κλητική ! ἁλιεῦ ἁλιεῖς - ἁλιῆς*
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἁλι1 ή ἁλιεῖ2
γεν-δοτ τοῖν  ἁλιέοιν
Κλίνεται όπως το βασιλεύς με επιπλέον συνηρημένους τύπους.
* αττικός τύπος
1 όπως στη Γραμματική του Smyth
2 όπως στη Γραμματική Γυμνασίου-Λυκείου Οικονόμου.
για τους συντάκτες: οι ομώνυμες κλίσεις τους

Θέματα που λήγουν σε -αυ και -ου

  • -αῦς, -αός Το μοναδικό γραῦς
  • -αῦς, -εώς η ναῦς
  • -οῦς, -οός το βοῦς που είναι κοινού γένους
    • και ποικιλία χοῦς που κρατάει ασυναίρετες τις αιτιατικές του.

Ετούτο το -οῦς δεν είναι το συνηρημένο δευτερόκλιτο #πλοῦς από πλόος

Κατηγορία:γραῦς-αός   1 λέξεις. 
Κατηγορία:ναῦς-εώς   0 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική γραῦς αἱ γρᾶες
      γενική τῆς γρᾱός τῶν γρᾱῶν
      δοτική τῇ γρᾱΐ ταῖς γραυσῐ́(ν)
    αιτιατική τὴν γραῦν τὰς γραῦς
     κλητική ! γραῦ γρᾶες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γρᾶε
γεν-δοτ τοῖν  γρᾱοῖν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ναῦς αἱ νῆες
      γενική τῆς νεώς τῶν νεῶν
      δοτική τῇ νηΐ ταῖς ναυσῐ́(ν)
    αιτιατική τὴν ναῦν τὰς ναῦς
     κλητική ! ναῦ νῆες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  νῆε
γεν-δοτ τοῖν  νεοῖν
Κατηγορία:βοῦς-οός   2 λέξεις. 
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ Κατηγορία:χοῦς και με αιτιατική χόα?
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική / βοῦς οἱ/αἱ βόες
      γενική τοῦ/τῆς βοός τῶν βοῶν
      δοτική τῷ/τῇ βοΐ τοῖς/ταῖς βουσῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν/τὴν βοῦν τοὺς/τὰς βοῦς
     κλητική ! βοῦ βόες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  βόε
γεν-δοτ τοῖν  βοοῖν
χοῦς] (τριπλή κλίση βλ. και ῥοῦς
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'ηχώ'}}
  • (Χρειάζεται Οι εξηγήσεις για όλες τις συναιρέσεις)
-ώ, -οῦς

θέματα ἠχω-, ἠχο-

  • τῆς ἠχό-ος > ἠχοῦς / αἰδόος > αἰδοῦς
    τῇ ἠχό-ι   > ἠχοῖ
    τὴν ἠχό-α > ἠχώ
Κατηγορία:ἠχώ   25 λέξεις. 

χωρίς ενικό όπως ηχώ, τῆς ηχοῦς
όπως πειθώ, τῆς πειθόος & τῆς πειθοῦς

  • το Μορμώ και με ασυναίρετο τύπο
Κατηγορία:λεχώ   1 λέξεις. 

και με τύπους στον πληθυντικό όπως λεχώ, τῆς λεχοῦς & μεταγενέστερος πληθυντικός κατά τη 2η κλίση.

 πτώσεις       ενικός      
ἠχω-, ἠχο-
ονομαστική ἠχώ
      γενική τῆς ἠχοῦς
      δοτική τῇ ἠχοῖ
    αιτιατική τὴν ἠχώ
     κλητική ! ἠχοῖ
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική λεχώ αἱ λεχοί
      γενική τῆς λεχόος > λεχοῦς
      δοτική τῇ λεχοῖ
    αιτιατική τὴν λεχώ τὰς λεχούς
     κλητική ! λεχοῖ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ  
γεν-δοτ  
Μεταγενέστεροι τύποι πληθυντικού κατά τη 2η κλίση.

Συμφωνόληκτα

επεξεργασία

Αφωνόληκτα

επεξεργασία

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'γυψ'}}
οξύτονα μονόθεμα αφωνόληκτα αρσενικά ή θηλυκά, με χαρακτήρα θέματος (ο τελευταίος φθόγγος του θέματος)
!! αλλά και περισπώμενα όπως το συνηρημένο βῶξ, βωκός < βόαξ
άφωνο σύμφωνο (π-β-φ, τ-δ-θ, κ-γ-χ). Η γενική ενικού, πάντα σε -ός
  • με χαρακτήρα θέματος (ο τελευταίος φθόγγος του θέματος) αφωνόληκτο σύφμωνο
  • η γενική ενικού, πάντα σε -ός
  • έχουν το φωνήεν, είτε μακρό (ή δίφθογγο), είτε βραχύ - όταν υπάρχει μακρό, η αιτιατικές, η ονομαστική & κλητική πληθυντικού περισπώνται, αν υπάρχει βραχύ, οξύνονται

Δείτε #Μονοσύλλαβα για τους κανόνες τονισμού.

παράδειγμα με θέμα σε -π
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
γῡπ-
ονομαστική γύψ οἱ γῦπες
      γενική τοῦ γυπός τῶν γυπῶν
      δοτική τῷ γυπῐ́ τοῖς γυψῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν γῦπ τοὺς γῦπᾰς
     κλητική ! γύψ γῦπες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γῦπε
γεν-δοτ τοῖν  γυποῖν
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό.
3η κλίση, Κατηγορία 'γύψ' όπως «γύψ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
παράδειγμα με θέμα σε -γ
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
φλογ-
ονομαστική φλόξ αἱ φλόγες
      γενική τῆς φλογός τῶν φλογῶν
      δοτική τῇ φλογῐ́ ταῖς φλοξῐ́(ν)
    αιτιατική τὴν φλόγ τὰς φλόγᾰς
     κλητική ! φλόξ φλόγες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  φλόγε
γεν-δοτ τοῖν  φλογοῖν

ψ < π-β-φ

ς < τ-δ-θ

  • , -τός (φεύγει το ταυ στη δοτική πληθυντικού)
  • -'ς, -_τός Κατηγορία:θής   3 λέξεις. 
    • -ής, -ητός
      όπως θής, τοῦ θητός, τοῖς θησί
    • -ώς, -ωτός
      κλίνεται και όπως το #αἰδώς: ὁ χρώς, τοῦ χρωτός, τοῖς χρωσί που υπάγεται στα (ανώμαλα) λόγω της αττικόκλιτης δοτικής ενικού χρῷ

ξ < κ-γ-χ


για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'φύλαξ'}}
Βαρύτονα αφωνόληκτα αρσενικά ή θηλυκά, με χαρακτήρα θέματος (ο τελευταίος φθόγγος του θέματος)
άφωνο σύμφωνο (π-β-φ, τ-δ-θ, κ-γ-χ). Η γενική ενικού, πάντα σε -ος
παράδειγμα με χαρακτήρα π
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κωνωπ-
ονομαστική κώνωψ οἱ κώνωπες
      γενική τοῦ κώνωπος τῶν κωνώπων
      δοτική τῷ κώνωπ τοῖς κώνωψ(ν)
    αιτιατική τὸν κώνωπ τοὺς κώνωπᾰς
     κλητική ! κώνωψ κώνωπες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κώνωπε
γεν-δοτ τοῖν  κωνώποιν
παράδειγμα των -δι- με αιτιατική -ιν, κλητική -ι!!
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἐριδ-
ονομαστική ἔρις αἱ ἔριδες
      γενική τῆς ἔριδος τῶν ἐρίδων
      δοτική τῇ ἔριδ ταῖς ἔρισ(ν)
    αιτιατική τὴν ἔριν τὰς ἔριδᾰς
     κλητική ! ἔρι ἔριδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἔριδε
γεν-δοτ τοῖν  ἐρίδοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'ἔρις' όπως «ἔρις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
παράδειγμα με χαρακτήρα τ
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἐρωτ-
ονομαστική ἔρως οἱ ἔρωτες
      γενική τοῦ ἔρωτος τῶν ἐρώτων
      δοτική τῷ ἔρωτ τοῖς ἔρωσ(ν)
    αιτιατική τὸν ἔρωτ τοὺς ἔρωτᾰς
     κλητική ! ἔρως ἔρωτες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἔρωτε
γεν-δοτ τοῖν  ἐρώτοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'ἔρως' όπως «ἔρως» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
παράδειγμα με χαρακτήρα κ
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
φυλακ-
ονομαστική φύλαξ οἱ φύλακες
      γενική τοῦ φύλακος τῶν φυλάκων
      δοτική τῷ φύλακ τοῖς φύλαξ(ν)
    αιτιατική τὸν φύλακ τοὺς φύλακᾰς
     κλητική ! φύλαξ φύλακες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  φύλακε
γεν-δοτ τοῖν  φυλάκοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'φύλαξ' όπως «φύλαξ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

χειλικόληκτα καταληκτικά μονόθεμα βαρύτονα (δείτε και οξύτονα στην κλίση #γύψ)

οδοντικόληκτα καταληκτικά μονόθεμα βαρύτονα (δείτε και οξύτονα όπως #πατρίς)

ουρανικόληκτα καταληκτικά μονόθεμα

Παρατηρήσεις στην κλίση 'φύλαξ':
Εξαιρέσεις στην αιτιατική ενικού (§247 #Smyth) των -ις, -ιδ
Όλα τα βαρύτονα τριτόκλιτα σε -ις με -ιδ- στο θέμα, έχουν

  • αιτιατική ενικού σε -ιν (τὴν ἔριν), τὴν Άρτεμιν (μερικά έχουν και την κανονική σε -ιδα)

Εξαιρέσεις στην κλητική ενικού (§249 #Smyth) των -ις, -ιδ

  • κλητική ενικού σε ὦ ἔρι, ὦ Ἄρτεμι
  • !! Όμως τα σύνθετα σε -παις με γενική -παιδος όπως το ἄπαις, έχουν την αιτιατική όπως το παῖς -παιδα και την κλητική -παι

Με δύο θέματα:

  • η ἀλώπηξ, αλλά ἀλώπεκ- στις πτώσεις εκτός από ονομαστική & κλητική ενικού.
και άλλα παραδείγματα
Παράδειγμα: με μεταπλασμό του θέματος
Παράδειγμα: Κατηγορία:ἔρις-δος προπαροξύτονο
ή προπερισπώμενο
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἀλωπκ- ἀλωπεκ-
ονομαστική ἀλώπηξ αἱ ἀλώπεκες
      γενική τῆς ἀλώπεκος τῶν ἀλωπέκων
      δοτική τῇ ἀλώπεκ ταῖς ἀλώπεξ(ν)
    αιτιατική τὴν ἀλώπεκ τὰς ἀλώπεκᾰς
     κλητική ! ἀλώπηξ ἀλώπεκες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀλώπεκε
γεν-δοτ τοῖν  ἀλωπέκοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Ἀρτεμιδ-
ονομαστική Ἄρτεμις αἱ Ἀρτέμιδες
      γενική τῆς Ἀρτέμιδος τῶν Ἀρτεμίδων
      δοτική τῇ Ἀρτέμιδ ταῖς Ἀρτέμισ(ν)
    αιτιατική τὴν Ἄρτεμιν τὰς Ἀρτέμιδᾰς
     κλητική ! Ἄρτεμι Ἀρτέμιδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀρτέμιδε
γεν-δοτ τοῖν  Ἀρτεμίδοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Ἰσιδ-
ονομαστική Ἶσις αἱ Ἴσιδες
      γενική τῆς Ἴσιδος τῶν Ἰσίδων
      δοτική τῇ Ἴσιδ ταῖς Ἴσισ(ν)
    αιτιατική τὴν Ἶσιν τὰς Ἴσιδᾰς
     κλητική ! Ἶσι Ἴσιδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἴσιδε
γεν-δοτ τοῖν  Ἰσίδοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'νεοθήξ'}}
ουρανικόληκτα με -γ- καταληκτικά μονόθεμα οξύτονα
-ήξ, -ῆγος Κατηγορία:νεοθήξ   1 λέξεις. 
όπως ὁ/ἡ νεοθήξ, τοῦ/τῆς νεοθῆγος
-ώξ, -ῶγος Κατηγορία:ἀπορρώξ   1 λέξεις. 
όπως ὁ/ἡ ἀπορρώξ, τοῦ/τῆς ἀπορρῶγος
Σημείωση: Στο Βικιλεξικό το ρρ γράφεται χωρίς πνεύματα (ῤῥ)
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
νεοθηγ-
ονομαστική νεοθήξ οἱ νεοθῆγες
      γενική τοῦ νεοθῆγος τῶν νεοθήγων
      δοτική τῷ νεοθῆγ τοῖς νεοθῆξ(ν)
    αιτιατική τὸν νεοθῆγ τοὺς νεοθῆγᾰς
     κλητική ! νεοθήξ νεοθῆγες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  νεοθῆγε
γεν-δοτ τοῖν  νεοθῆγοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἀπορρωγ-
ονομαστική ἀπορρώξ οἱ ἀπορρῶγες
      γενική τοῦ ἀπορρῶγος τῶν ἀπορρώγων
      δοτική τῷ ἀπορρῶγ τοῖς ἀπορρῶξ(ν)
    αιτιατική τὸν ἀπορρῶγ τοὺς ἀπορρῶγᾰς
     κλητική ! ἀπορρώξ ἀπορρῶγες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀπορρῶγε
γεν-δοτ τοῖν  ἀπορρῶγοιν

Οδοντικόληκτα με -ντ

επεξεργασία

Παρατηρήσεις
Η κλητική ενικού των οδοντικόληκτων με θέμα σε -ντ

  • στα βαρύτονα (που δεν τονίζονται στη λήγουσα) -ας, -αντος & -ων, -οντος κρατάει το νι και αποβάλλει το ταυ.
    π.χ. γεροντ- ὁ #γέρων, ὦ γέρον!
    Αιαντ-ς ὁ Αἴας, ὦ Αἶαν!
    γιγαντ-ς ὁ Γίγας, ὦ Γίγαν!
  • Όλα τα άλλα, έχουν την κλητική ίδια με την ονομαστική πτώση
    ιμαντ-ς ὁ #ἱμάς, ὦ ἱμάς!
    οδοντ-ς ὁ #ὀδούς, ὦ ὀδούς!
    πλακοεντσ-ς ὁ #πλακοῦς, ὦ πλακοῦς!

Το #Ξενοφῶν, ὦ Ξενοφῶν! προέρχεται από συναίρεση Ξενοφάων (Ξενοφαοντ-)

Για τα nt-θέματα, με την επίδραση του θέματος της ενεργητικής μετοχής σε -ντ (-ων, -οντος) δείτε τον Chantrain (1933:268[1])


για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'ιμάς'}} {{grc-κλίση-'γίγας'}}

Δείτε και τις #Παρατηρήσεις

οδοντικόληκτα με -ντ καταληκτικά. μονόθεμα, οξύτονα οδοντικόληκτα με -ντ καταληκτικά, μονόθεμα, βαρύτονα
-άς, -άντος Κατηγορία:ἱμάς-άντος   4 λέξεις. 

όπως ἱμάς < ἱμαντ-ς, ἱμάντ-ος

-ας, -αντος Κατηγορία:γίγας-αντος   13 λέξεις. 
  • προσοχή στην κλητική ενικού: με βραχεία παραλήγουσα οξύνεται, (ὦ ἐλέφαν, ὦ Γίγαν, με μακρά περισπάται, ὦ Αἶαν!
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἱμαντ-
ονομαστική ἱμάς οἱ ἱμάντες
      γενική τοῦ ἱμάντος τῶν ἱμάντων
      δοτική τῷ ἱμάντ τοῖς ἱμᾶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἱμάντ τοὺς ἱμάντᾰς
     κλητική ! ἱμάς ἱμάντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἱμάντε
γεν-δοτ τοῖν  ἱμάντοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Γῐγᾰντ-
ονομαστική Γίγᾱς οἱ Γίγᾰντες
      γενική τοῦ Γίγᾰντος τῶν Γιγᾰ́ντων
      δοτική τῷ Γίγᾰντ τοῖς Γίγᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Γίγᾰντ τοὺς Γίγᾰντᾰς
     κλητική ! Γίγᾰν Γίγᾰντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Γίγᾰντε
γεν-δοτ τοῖν  Γιγᾰ́ντοιν
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'γέρων'}} {{grc-κλίση-'Ξενοφών'}}

Δείτε και τις #Παρατηρήσεις

-ων, -οντος Κατηγορία:γέρων   17 λέξεις. 
οδοντικόληκτα ακατάληκτα διπλόθεμα βαρύτονα
-ῶν, -ῶντος Κατηγορία:Ξενοφῶν   6 λέξεις.  κύρια ονόματα
οδοντικόληκτα συνηρημένα διπλόθεμα ακατάληκτα
με συναίρεση -άων > -ῶν, -άοντος > -ῶντος

Επίσης, -ών, -ῶντος Κατηγορία:Σολομών   1 λέξεις. 
ελληνιστικά κύρια ονόματα

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
γεροντ-
ονομαστική γέρων οἱ γέροντες
      γενική τοῦ γέροντος τῶν γερόντων
      δοτική τῷ γέροντ τοῖς γέρουσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν γέροντ τοὺς γέροντᾰς
     κλητική ! γέρον γέροντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γέροντε
γεν-δοτ τοῖν  γερόντοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Ξενοφάοντ- > -ῶντ(ος)
ονομαστική Ξενοφῶν οἱ Ξενοφῶντες
      γενική τοῦ Ξενοφῶντος τῶν Ξενοφώντων
      δοτική τῷ Ξενοφῶντ τοῖς Ξενοφῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Ξενοφῶντ τοὺς Ξενοφῶντᾰς
     κλητική ! Ξενοφῶν Ξενοφῶντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ξενοφῶντε
γεν-δοτ τοῖν  Ξενοφώντοιν
κορυφή σελίδας - top of page

-ον, -οντος ουσιαστικομποιημένη μετοχή, ουδέτερο Κατηγορία:μέλλον   0 λέξεις. 

όπως μέλλον, -οντος

ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'οδούς'}} {{grc-κλίση-'κυνόδους'}}

Δείτε και τις #Παρατηρήσεις

-ούς, -όντος Κατηγορία:ὀδούς   1 λέξεις. 
οδοντικόληκτα μονόθεμα καταληκτικά
-ους, -οντος Κατηγορία:κυνόδους   3 λέξεις. 
σύνθετα του ὀδούς
πολλά κοινού γένους ως διγενή μονοκατάληκτα επίθετα
δείτε και το επίθετο #χαυλιόδους
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ὀδοντ-
ονομαστική ὀδούς οἱ ὀδόντες
      γενική τοῦ ὀδόντος τῶν ὀδόντων
      δοτική τῷ ὀδόντ τοῖς ὀδοῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ὀδόντ τοὺς ὀδόντᾰς
     κλητική ! ὀδούς ὀδόντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ὀδόντε
γεν-δοτ τοῖν  ὀδόντοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κυνοδοντ-
ονομαστική κυνόδους οἱ κυνόδοντες
      γενική τοῦ κυνόδοντος τῶν κυνοδόντων
      δοτική τῷ κυνόδοντ τοῖς κυνόδουσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν κυνόδοντ τοὺς κυνόδοντᾰς
     κλητική ! κυνόδους κυνόδοντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κυνόδοντε
γεν-δοτ τοῖν  κυνοδόντοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'πλακούς'}}

Δείτε και τις #Παρατηρήσεις

-οῦς, -ούντος < θέμα: -οεντ- Κατηγορία:πλακοῦς   8 λέξεις. 
οδοντικόληκτα μονόθεμα καταληκτικά
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
πλακοεντ-
ονομαστική πλακοῦς οἱ πλακοῦντες
      γενική τοῦ πλακοῦντος τῶν πλακούντων
      δοτική τῷ πλακοῦντ τοῖς πλακοῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πλακοῦντ τοὺς πλακοῦντᾰς
     κλητική ! πλακοῦς πλακοῦντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πλακοῦντε
γεν-δοτ τοῖν  πλακούντοιν

Οδοντικόληκτα με -δ

επεξεργασία

Δείτε

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'πρόπους'}}
-ούς, -οδός Κατηγορία:πούς   1 λέξεις. 
οδοντικόληκτα μονόθεμα ακατάληκτα οξύτονα
-ους, -οδος Κατηγορία:πρόπους   6 λέξεις. 
οδοντικόληκτα μονόθεμα ακατάληκτα
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ποδ-
ονομαστική πούς οἱ πόδες
      γενική τοῦ ποδός τῶν ποδῶν
      δοτική τῷ ποδῐ́ τοῖς ποσῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν πόδ τοὺς πόδᾰς
     κλητική ! πούς πόδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πόδε
γεν-δοτ τοῖν  ποδοῖν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
προποδ-
ονομαστική πρόπους οἱ πρόποδες
      γενική τοῦ πρόποδος τῶν προπόδων
      δοτική τῷ πρόποδ τοῖς πρόποσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πρόποδ τοὺς πρόποδᾰς
     κλητική ! πρόπους πρόποδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πρόποδε
γεν-δοτ τοῖν  προπόδοιν

Οδοντικόληκτα οξύτονα

επεξεργασία
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'πατρίς'}}
 νέα ελληνικά
#όπως «ελπίδα»

-ς -δος οδοντικόληκτα με 'δ', μονόθεμα, καταληκτικά, οξύτονα

Τριτόκλιτα οξύτονα με χαρακτήρα δ συνήθως με βραχύ φωνήεν, συνήθως θηλυκά.

  • σε -...ς, γενική -...δος

Η ονομαστική δημιουργείται με δς > σς > ς.

Οι εκδοχές για την κλητική ενικού των -ίς -ίδος:

  • Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το ' Δίνει ὦ ἐλπί και γράφει στην §249.a «The vocative is the same as the nominative: a. In stems ending in a stop consonant (except those in ιτ, ιδ, ι_θ; ντ in nouns
  • Ο Σταματάκος στη Γραμματική του: Στον πίνακα κλίσης έχει το ἐλπίς αλλά δεν αναγράφεται η κλητική. Τη σχολιάζει όμως στη σημείωση §57.4. «Η Κλητική των ανωτέρω παρατιθεμένων παραδειγμάτων ταυτίζεται προς την Ονομαστικήν. Συνήθως διδάσκεται ότι τοιαύτη είναι η Κλητική των οξυτονουμένων ουσιαστικών, και δή θεμάτων ουρανικολήκτων και χειλικολήτκων.»
  • Και πράγματι στα νέα αλλά και στα παλιότερα σχολικά βιβλία διδάσκεται η κλητική όμοια με την ονομαστική, με τους εξής κανόνες όπως τους έχει διατυπώσει στη Γραμματική του ο Τζάρτζανος §82.2.α.
    • η κλητική σε -ι (όχι -ις όπως η ονομαστική), για βαρύτονα(που δεν τονίζονται στη λήγουσα) όπως ἔρις, κλητ. ἔρι.
    • Για όσα τονίζονται στη λήγουσα, η κλητική ενικού είναι ίδια με την ονομαστική ενικού.

Δεν βρίσκουμε παρατηρήσεις για τα -ύς, -άς.

-ίς, -ίδος Κατηγορία:πατρίς   224 λέξεις. 
όπως πατρίς, τῆς πατρίδος, αλλά και -ίς-ῖδος όπωςσφραγίς   26 λέξεις.  όπως σφραγίς, τῆς σφραγῖδος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική πατρίς αἱ πατρίδες
      γενική τῆς πατρίδος τῶν πατρίδων
      δοτική τῇ πατρίδ ταῖς πατρίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν πατρίδ τὰς πατρίδᾰς
     κλητική ! πατρίς* πατρίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πατρίδε
γεν-δοτ τοῖν  πατρίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το

Θηλυκά.

  • σε -ίς, γενική -ίδος (με βραχύ γιώτα τα περισσότερα)
  • σε -ίς, -ῖδος Λιγοστά, με μακρό γιώτα.
  • με διπλή προσωδία -ίδος & -ῖδος όπως 'κεραμίς'
  • με διπλή προσωδία -ῖδος & -ίδος όπως 'καρίς'
  • σε -ίς, -ῖδος πληθυντικός -ίδεςἁρπίς

Παρατηρήσεις

  • Μερικά όπως το Ἑλληνίς, περιγράφονται ως επίθετα μονογενή και μονοκατάληκτα, σε φράσεις όπως «Ἑλληνὶς γυνή»


!! Εξαιρέσεις:

-ύς, -ύδος Κατηγορία:χλαμύς 4 λέξεις. 
όπως χλαμύς, τῆς χλαμύδος, και σπανιότερα -ύς, -ῦδος όπως δαγύς, τῆς δαγῦδος
δείτε και προπαροξύτονα όπως #νέηλυς
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική χλαμύς αἱ χλαμύδες
      γενική τῆς χλαμύδος τῶν χλαμύδων
      δοτική τῇ χλαμύδ ταῖς χλαμύσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν χλαμύδ τὰς χλαμύδᾰς
     κλητική ! χλαμύς χλαμύδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χλαμύδε
γεν-δοτ τοῖν  χλαμύδοιν
Με βραχύ ύψιλον στο θέμα -ύς, -ύδος.

Θηλυκά.

  • σε -ύς, γενική -ύδος με βραχύ ύψιλον.
  • σε -ύς, γενική -ῦδος με μακρό ύψιλον: δαγύς, τῆς δαγῦδος (ελληνιστικό).
-άς, -άδος Κατηγορία:δεκάς 61 λέξεις. 
όπως δεκάς, τῆς δεκάδος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική δεκάς αἱ δεκάδες
      γενική τῆς δεκάδος τῶν δεκάδων
      δοτική τῇ δεκάδ ταῖς δεκάσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν δεκάδ τὰς δεκάδᾰς
     κλητική ! δεκάς δεκάδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δεκάδε
γεν-δοτ τοῖν  δεκάδοιν
Με βραχύ άλφα στο θέμα -άς, -άδος.
 

Θηλυκά.

  • Και μερικά κοινού γένους όπως το φυγάς. Στις Γραμματικές περιγράφονται ως επίθετα διγενή και μονοκατάληκτα
  • σε -άς, γενική -άδος με βραχύ άλφα
  • Δεν βρέθηκαν παραδείγματα με μακρό άλφα
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'προβλής'}}{{grc-κλίση-'ιδρώς'}}
οδοντικόληκτα με τ καταληκτικά μονόθεμα
-ής, -ῆτος Κατηγορία:προβλής   10 λέξεις. 
όπως προβλής, τοῦ προβλῆτος

Δείτε και τα -ης, -ητος #τάπης, τάπητος

-ως, -ῶτος Κατηγορία:ἱδρώς   3 λέξεις. 
όπως ἱδρώς, τοῦ ἱδρῶτος

Δείτε και τα -ως, -ωτος #ἔρως, ἔρωτος

αρσενικό ή θηλυκό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
προβλητ-
ονομαστική
προβλής οἱ
αἱ
προβλῆτες
      γενική τοῦ
τῆς
προβλῆτος τῶν προβλήτων
      δοτική τῷ
τῇ
προβλῆτ τοῖς
ταῖς
προβλῆσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν
τὴν
προβλῆτ τοὺς
τὰς
προβλῆτᾰς
     κλητική ! προβλής προβλῆτες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προβλῆτε
γεν-δοτ τοῖν  προβλήτοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἱδρωτ-
ονομαστική ἱδρώς οἱ ἱδρῶτες
      γενική τοῦ ἱδρῶτος τῶν ἱδρώτων
      δοτική τῷ ἱδρῶτ τοῖς ἱδρῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἱδρῶτ τοὺς ἱδρῶτᾰς
     κλητική ! ἱδρώς ἱδρῶτες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἱδρῶτε
γεν-δοτ τοῖν  ἱδρώτοιν

Οδοντικόληκτα βαρύτονα

επεξεργασία

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'νέηλυς'}}

Προπαροξύτονα σε -υς, γενική -υδος. (Αντίστοιχα οξύτονα: #χλαμύς)
Δείτε και τα αντίστοιχα επίθετα όπως «ἔπηλυς»

-ῠς, -ῠδος Κατηγορία:νέηλυς   1 λέξεις. 
όπως ὁ/ἡ νέηλυς, τοῦ/τῆς νεήλυδος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
νεηλῠδ-
ονομαστική / νέηλυς οἱ/αἱ νεήλυδες
      γενική τοῦ/τῆς νεήλυδος τῶν νεηλύδων
      δοτική τῷ/τῇ νεήλυδ τοῖς/ταῖς νεήλυσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν/τὴν νεήλυδ τοὺς/τὰς νεήλυδᾰς
     κλητική ! νέηλυς νεήλυδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  νεήλυδε
γεν-δοτ τοῖν  νεηλύδοιν

Οδοντικόληκτα ουδέτερα

επεξεργασία
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'κτήμα'}} {{grc-κλίση-'γάλα'}}

Ουδέτερα οδοντικόληκτα ακατάλητκα μονόθεμα

Κατηγορία:κτῆμα   77 λέξεις. 
Κατηγορία:ὄνομα   133 λέξεις. 
Κατηγορία:γάλα   4 λέξεις. 
  • τὸ γάλα (η λέξη, και με περισσότερους τύπους)
  • και τα σύνθετά του
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ κτῆμᾰ τὰ κτήμᾰτ
      γενική τοῦ κτήμᾰτος τῶν κτημᾰ́των
      δοτική τῷ κτήμᾰτ τοῖς κτήμᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ κτῆμᾰ τὰ κτήμᾰτ
     κλητική ! κτῆμᾰ κτήμᾰτ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κτήμᾰτε
γεν-δοτ τοῖν  κτημᾰ́τοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ ὄνομᾰ τὰ ὀνόμᾰτ
      γενική τοῦ ὀνόμᾰτος τῶν ὀνομᾰ́των
      δοτική τῷ ὀνόμᾰτ τοῖς ὀνόμᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ ὄνομᾰ τὰ ὀνόμᾰτ
     κλητική ! ὄνομᾰ ὀνόμᾰτ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ὀνόμᾰτε
γεν-δοτ τοῖν  ὀνομᾰ́τοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ γάλᾰ τὰ γάλᾰκτ
      γενική τοῦ γάλᾰκτος τῶν γαλᾰ́κτων
      δοτική τῷ γάλᾰκτ τοῖς γάλᾰξῐ(ν)
    αιτιατική τὸ γάλᾰ τὰ γάλᾰκτ
     κλητική ! γάλᾰ γάλᾰκτ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γάλᾰκτε
γεν-δοτ τοῖν  γαλᾰ́κτοιν

Ημιφωνόληκτα

επεξεργασία

Ενρινόληκτα

επεξεργασία
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'γυψ'}} {{grc-κλίση-'κώδων'}}
  • ενρινόληκτα μόνοθεμα ακατάληκτα σε -ήν, -ηνός οξύτονα
    μήν, τοῦ μηνός, οἱ μῆνες, τῶν μηνῶν
    αρχικά είχε θέμα μηνσ-
  • ενρινόληκτα μόνοθεμα ακατάληκτα σε -ην, -ηνος παροξύτονα
    αρσενικά: Ἕλλην, τοῦ Ἕλληνος

Δείτε και τα -ων, -ωνος όπως #κώδων

Κατηγορία:μήν   3 λέξεις. 
Κατηγορία:Ἕλλην   2 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
μην- αρχικά: μηνσ-
ονομαστική μήν οἱ μῆνες
      γενική τοῦ μηνός τῶν μηνῶν
      δοτική τῷ μηνῐ́ τοῖς μησῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν μῆν τοὺς μῆνᾰς
     κλητική ! μήν μῆνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  μῆνε
γεν-δοτ τοῖν  μηνοῖν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Ἑλλην-
ονομαστική Ἕλλην οἱ Ἕλληνες
      γενική τοῦ Ἕλληνος τῶν Ἑλλήνων
      δοτική τῷ Ἕλλην τοῖς Ἕλλησῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Ἕλλην τοὺς Ἕλληνᾰς
     κλητική ! Ἕλλην Ἕλληνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἕλληνε
γεν-δοτ τοῖν  Ἑλλήνοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'ποιμήν'}} {{grc-κλίση-'χθων'}}
  • ενρινόληκτα διπλόθεμα ακατάληκτα σε -ήν (-ένος) ή -ήν (-ενός)
     ποιμήν, τοῦ ποιμένος
     φρήν, τῆς φρενός
Κατηγορία:ποιμήν   6 λέξεις. 
Κατηγορία:φρήν   1 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ποιμην-, ποιμεν-
ονομαστική ποιμήν οἱ ποιμένες
      γενική τοῦ ποιμένος τῶν ποιμένων
      δοτική τῷ ποιμέν τοῖς ποιμέσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ποιμέν τοὺς ποιμένᾰς
     κλητική ! ποιμήν ποιμένες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ποιμένε
γεν-δοτ τοῖν  ποιμένοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
φρην-, φρεν-
ονομαστική φρήν οἱ φρένες
      γενική τοῦ φρενός τῶν φρενῶν
      δοτική τῷ φρενῐ́ τοῖς φρεσῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν φρέν τοὺς φρένᾰς
     κλητική ! φρήν φρένες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  φρένε
γεν-δοτ τοῖν  φρενοῖν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'γυψ'}}
ενρινόληκτα μονόθεμα σε -ίς, -ινός ενρινόληκτα διπλόθεμα σε -είς, -ενός
-ίς, -ινός Κατηγορία:ῥίς   2 λέξεις. 
  • και μεταγενέστερος ακατάληκτος τύπος σε -ίν, -ινός όπως ῥίν
-είς, -ενός Κατηγορία:κτείς   1 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ῥῑν-
ονομαστική ῥίς οἱ ῥῖνες
      γενική τοῦ ῥινός τῶν ῥινῶν
      δοτική τῷ ῥινῐ́ τοῖς ῥισῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν ῥῖν τοὺς ῥῖνᾰς
     κλητική ! ῥίς ῥῖνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ῥῖνε
γεν-δοτ τοῖν  ῥινοῖν
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό.
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κτεν-
ονομαστική κτείς οἱ κτεῖνες
      γενική τοῦ κτεινός τῶν κτεινῶν
      δοτική τῷ κτεινῐ́ τοῖς κτεισῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν κτεῖν τοὺς κτεῖνᾰς
     κλητική ! κτείς κτεῖνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κτεῖνε
γεν-δοτ τοῖν  κτεινοῖν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'δελφίς'}}
  • ενρινόληκτα μονόθεμα καταληκτικά σε -ίς, -ῖνος αρσενικά ή θηλυκά
  • και μεταγενέστερος ακατάληκτος τύπος σε -ίν, -ῖνος ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ : είναι αποκλειστικά ελληνιστική η κλίση?
  • ΠΗΓΕΣ: σχολική Γραμματική - 3η κλίση.128. Tο φωνήεν ι εμπρός από το χαρακτήρα ν των ονομάτων σε -ις (γεν. -ινος) είναι μακρόχρονο: τῆς ἀκτῖν-ος, τῆς Σαλαμῖν-ος
ενρινόληκτα μονόθεμα σε -ίς, -ῖνος, -ίν, -ῖνος
καταληκτικά Κατηγορία:δελφίς   9 λέξεις. 
ακατάληκτα Κατηγορία:δελφίν   2 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
δελφῑν-
ονομαστική δελφίς οἱ δελφῖνες
      γενική τοῦ δελφῖνος τῶν δελφίνων
      δοτική τῷ δελφῖν τοῖς δελφῖσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν δελφῖν τοὺς δελφῖνᾰς
     κλητική ! δελφίς δελφῖνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δελφῖνε
γεν-δοτ τοῖν  δελφίνοιν
Το δίχρονο φωνήεν του θέματος σε -ῑν είναι μακρό.
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
δελφῑν-
ονομαστική δελφίν οἱ δελφῖνες
      γενική τοῦ δελφῖνος τῶν δελφίνων
      δοτική τῷ δελφῖν τοῖς δελφῖσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν δελφῖν τοὺς δελφῖνᾰς
     κλητική ! δελφίν δελφῖνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δελφῖνε
γεν-δοτ τοῖν  δελφίνοιν
Το δίχρονο φωνήεν του θέματος σε -ῑν είναι μακρό.
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'χειμών'}}
  • ενρινόληκτα μονόθεμα ακατάληκτα σε -αν (-ᾶνος), -ην (-ηνος) και -ων (-ωνος) αρσενικά ή θηλυκά που τονίζονται στη λήγουσα
     παιάν, τοῦ παιᾶνος
     σωλήν, τοῦ σωλῆνος
     χειμών, τοῦ χειμῶνος
  • με περισπωμένη το συνηρημένο Τυφάων >  Τυφῶν, τοῦ Τυφῶνος
  • Η κλητική ενικού, όπως η ονομαστική
  • ΠΗΓΗ: σχολική Γραμματική - 3η κλίση.128. Το φωνήεν α εμπρός από το χαρακτήρα ν σε -αν (γεν. -ανος) είναι μακρόχρονο: τοῦ Τιτᾶν-ος, τοῦ πελεκᾶν-ος.
  • Η διαφορά με την κλίση #κλητήρ βρίσκεται στη δοτική πληθυντικού. Εδώ, το -ν του θέματος φεύγει, ενώ κλητήρσι το ρ στο κλητήρ, μένει. #Νόμος 64.4 (αποβολή του ν πριν από σ)
-νος μονόθεμα
Κατηγορία:χειμών   75 λέξεις. 

και Κατηγορία:Τυφῶν   2 λέξεις. 

Κατηγορία:παιάν   5 λέξεις. 
Κατηγορία:σωλήν   6 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
χειμων-
ονομαστική χειμών οἱ χειμῶνες
      γενική τοῦ χειμῶνος τῶν χειμώνων
      δοτική τῷ χειμῶν τοῖς χειμῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν χειμῶν τοὺς χειμῶνᾰς
     κλητική ! χειμών χειμῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χειμῶνε
γεν-δοτ τοῖν  χειμώνοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
παιαν-
ονομαστική παιάν οἱ παιᾶνες
      γενική τοῦ παιᾶνος τῶν παιάνων
      δοτική τῷ παιᾶν τοῖς παιᾶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν παιᾶν τοὺς παιᾶνᾰς
     κλητική ! παιάν παιᾶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παιᾶνε
γεν-δοτ τοῖν  παιάνοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
σωλην-
ονομαστική σωλήν οἱ σωλῆνες
      γενική τοῦ σωλῆνος τῶν σωλήνων
      δοτική τῷ σωλῆν τοῖς σωλῆσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν σωλῆν τοὺς σωλῆνᾰς
     κλητική ! σωλήν σωλῆνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  σωλῆνε
γεν-δοτ τοῖν  σωλήνοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'χθων'}}
  • ενρινόληκτα διπλόθεμα ακατάληκτα σε -ών, -ονός
     χθών, τῆς χθονός
-ών, -ονός Κατηγορία:χθών   1 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
χθων-, χθον-
ονομαστική χθών αἱ χθόνες
      γενική τῆς χθονός τῶν χθονῶν
      δοτική τῇ χθονῐ́ ταῖς χθοσῐ́(ν)
    αιτιατική τὴν χθόν τὰς χθόνᾰς
     κλητική ! χθών χθόνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χθόνε
γεν-δοτ τοῖν  χθονοῖν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'κώδων'}}
-ων, -ωνος Κατηγορία:κώδων   45 λέξεις. 
ενρινόληκτα μόνοθεμα ακατάληκτα
όπως
 κώδων, τοῦ κώδωνος
 ἅλων, τῆς ἅλωνος
-αν, -ανος Κατηγορία:μέλαν   1 λέξεις. 
ουδέτερα ενρινόληκτα μόνοθεμα ακατάληκτα
όπως
τὸ μέλαν, τοῦ μέλανος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κωδων-
ονομαστική κώδων οἱ κώδωνες
      γενική τοῦ κώδωνος τῶν κωδώνων
      δοτική τῷ κώδων τοῖς κώδωσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν κώδων τοὺς κώδωνᾰς
     κλητική ! κώδων κώδωνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κώδωνε
γεν-δοτ τοῖν  κωδώνοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
μελαν-
ονομαστική τὸ μέλαν τὰ μέλαν
      γενική τοῦ μέλανος τῶν μελάνων
      δοτική τῷ μέλαν τοῖς μέλασῐ(ν)
    αιτιατική τὸ μέλαν τὰ μέλαν
     κλητική ! μέλαν μέλαν
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  μέλανε
γεν-δοτ τοῖν  μελάνοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'κανών'}} {{grc-κλίση-'γείτων'}}
-ών, -όνος Κατηγορία:κανών   36 λέξεις. 
ενρινόληκτα διπλόθεμα ακατάληκτα
 κανών, τοῦ κανόνος
ων, -ονος Κατηγορία:γείτων-ονος   27 λέξεις. 
ενρινόληκτα, διπλόθεμα, ακατάληκτα, βαρύτονα
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κανων-, κανον-
ονομαστική κανών οἱ κανόνες
      γενική τοῦ κανόνος τῶν κανόνων
      δοτική τῷ κανόν τοῖς κανόσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν κανόν τοὺς κανόνᾰς
     κλητική ! κανών κανόνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κανόνε
γεν-δοτ τοῖν  κανόνοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
γειτων-, γειτον-
ονομαστική γείτων οἱ γείτονες
      γενική τοῦ γείτονος τῶν γειτόνων
      δοτική τῷ γείτον τοῖς γείτοσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν γείτον τοὺς γείτονᾰς
     κλητική ! γεῖτον γείτονες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γείτονε
γεν-δοτ τοῖν  γειτόνοιν
Προσοχή στην κλητική ενικού! (για τα βαρύτονα)
  • με μακρά παραλ;hγουσα
    γείτων, τοῦ γείτονος, ὦ γεῖτον!
  • με βραχεία παραλύγουσα
    πέπων, τοῦ πέπονος, ὦ πέπον!

Υγρόληκτα

επεξεργασία

Σημείωση: Για το μάρτυς (μαρ-τυ-ρς > μάρτυς) δείτε μάρτυς (ανώμαλο)

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'αθήρ'}} {{grc-κλίση-'κλητήρ'}}
υγρόληκτα ακατάληκτα
ήρ, -έρος Κατηγορία:ἀθήρ   4 λέξεις. 
διπλόθεμα, ακατάληκτα, οξύτονα
  • Ο χαρακτήρας του θέματος ρ παραμένει εμπρός από σίγμα στην κατάληξη, όπως στη δοτική πληθυντικού: τοῖς ἀθέρσι
    !! Εξαίρεση, η δοτική πληθυντικού του ἀστήρ: τοῖς ἀστράσι, όπως τα #συγκοπτόμενα
-ήρ, -ῆρος Κατηγορία:κλητήρ   45 λέξεις. 
μονόθεμα, ακατάληκτα, οξύτονα
  • Η κλητική ενικού ίδια με την ονομαστική. Αλλά !! σωτήρ, ὦ σῶτερ!
  • Ο χαρακτήρας του θέματος ρ παραμένει εμπρός από σίγμα στην κατάληξη, όπως στη δοτική πληθυντικού: τοῖς κλητῆρσι
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἀ˘θηρ- ἀ˘θερ-
ονομαστική ἀθήρ οἱ ἀθέρες
      γενική τοῦ ἀθέρος τῶν ἀθέρων
      δοτική τῷ ἀθέρ τοῖς ἀθέρσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἀθέρ τοὺς ἀθέρᾰς
     κλητική ! ἀθήρ ἀθέρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀθέρε
γεν-δοτ τοῖν  ἀθέροιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κλητηρ-
ονομαστική κλητήρ οἱ κλητῆρες
      γενική τοῦ κλητῆρος τῶν κλητήρων
      δοτική τῷ κλητῆρ τοῖς κλητῆρσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν κλητῆρ τοὺς κλητῆρᾰς
     κλητική ! κλητήρ κλητῆρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κλητῆρε
γεν-δοτ τοῖν  κλητήροιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'κλητήρ'}} {{grc-κλίση-'γυψ'}}
  • -ώρ, -ῶρος υγρόληκτα ακατάληκτα διπλόθεμα οξύτονα
  • -είρ, -ειρός υγρόληκτα ακατάληκτα διπλόθεμα οξύτονα μονοσύλλαβα
  • -ώρ, -ωρός υγρόληκτα ακατάληκτα μονόθεμα οξύτονα μονοσύλλαβα
  • Ο χαρακτήρας του θέματος ρ παραμένει εμπρός από σίγμα στην κατάληξη, όπως στη δοτική πληθυντικού: τοῖς κτήτορσι
-ώρ, -ῶρος Κατηγορία:ἰχώρ   1 λέξεις. 
 ἰχώρ, τοῦ ἰχῶρος
-'ρ, -_ρός Κατηγορία:φθείρ   2 λέξεις. 
μονοσύλλαβο υγρόληκτο με μακρό φωνήεν
-είρ, -ειρός
όπως φθείρ, τοῦ φθειρός

 χείρ είναι ανώμαλο, με δοτική πληθυντικού ταῖς χερσί(ν)

-ώρ, -ωρός
όπως φώρ, τοῦ φωρός

Δείτε και το ανώμαλο #σκῶρ ή σκώρ, με δύό θέματα

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ῑχωρ-
ονομαστική ἰχώρ οἱ ἰχῶρες
      γενική τοῦ ἰχῶρος τῶν ἰχώρων
      δοτική τῷ ἰχῶρ τοῖς ἰχῶρσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἰχῶρ τοὺς ἰχῶρᾰς
     κλητική ! ἰχώρ ἰχῶρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἰχῶρε
γεν-δοτ τοῖν  ἰχώροιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική φθείρ οἱ φθεῖρες
      γενική τοῦ φθειρός τῶν φθειρῶν
      δοτική τῷ φθειρῐ́ τοῖς φθειρσῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν φθεῖρ τοὺς φθεῖρᾰς
     κλητική ! φθείρ φθεῖρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  φθεῖρε
γεν-δοτ τοῖν  φθειροῖν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική φώρ οἱ φῶρες
      γενική τοῦ φωρός τῶν φωρῶν
      δοτική τῷ φωρῐ́ τοῖς φωρσῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν φῶρ τοὺς φῶρᾰς
     κλητική ! φώρ φῶρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  φῶρε
γεν-δοτ τοῖν  φωροῖν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'πραίτωρ'}} {{grc-κλίση-'κτήτωρ'}}
  • -ωρ, -ορος υγρόληκτα ακατάληκτα διπλόθεμα βαρύτονα
  • -ωρ, -ωρος υγρόληκτα ακατάληκτα μονόθεμα βαρύτονα
  • Ο χαρακτήρας του θέματος ρ παραμένει εμπρός από σίγμα στην κατάληξη, όπως στη δοτική πληθυντικού: τοῖς κτήτορσι
-ωρ, -ωρος Κατηγορία:πραίτωρ   5 λέξεις. 
το πραίτωρ κλίνεται και ως διπλόθεμο
-ωρ, -ορος Κατηγορία:κτήτωρ   51 λέξεις. 

Η κλητική ενικού τονίζεται ανάλογα με την ποσότητα της προηγούμενης συλλαβής

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική πραίτωρ οἱ πραίτωρες
      γενική τοῦ πραίτωρος τῶν πραιτώρων
      δοτική τῷ πραίτωρ τοῖς πραίτωρσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πραίτωρ τοὺς πραίτωρᾰς
     κλητική ! πραίτωρ πραίτωρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πραίτωρε
γεν-δοτ τοῖν  πραιτώροιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική κτήτωρ οἱ κτήτορες
      γενική τοῦ κτήτορος τῶν κτητόρων
      δοτική τῷ κτήτορ τοῖς κτήτορσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν κτήτορ τοὺς κτήτορᾰς
     κλητική ! κτῆτορ κτήτορες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κτήτορε
γεν-δοτ τοῖν  κτητόροιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'άορ'}}
Κατηγορία:ἄορ   4 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ ἄορ τὰ ἄορ
      γενική τοῦ ἄορος τῶν ἀόρων
      δοτική τῷ ἄορ τοῖς ἄορσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ ἄορ τὰ ἄορ
     κλητική ! ἄορ ἄορ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἄορε
γεν-δοτ τοῖν  ἀόροιν
όπως τὸ ἄορ, τοῦ ἄορος

Δεν έχουν πληθυντικό.

  • ἔαρ, και συνηρημένο ἦρ:
    ἔαρ, γενική: ἔαρ-ος > ἦρ-ος, δοτική: ἔαρ-ι > ἦρ-ι

Επίσης, το προπαροξύτονο νέκταρ

Συγκοπτόμενα
επεξεργασία
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-συγκοπτόμενα}}

Κατηγορία:Συγκοπτόμενα

Υγρόληκτα διπλόθεμα ακατάληκτα συγκοπτόμενα σε -ηρ, -ρος

Κατηγορία:Συγκοπτόμενα
παράδειγμα: πατήρ
το ε συγκόπτεται από το θέμα πατερ- > πατρ-
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
πατηρ- πατερ-
ονομαστική πατήρ οἱ πατέρες
      γενική τοῦ πατρός τῶν πατέρων
      δοτική τῷ πατρῐ́ τοῖς πατρᾰ́σῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πατέρ τοὺς πατέρᾰς
     κλητική ! πάτερ πατέρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πατέρε
γεν-δοτ τοῖν  πατέροιν

Είναι έξι λέξεις:

Μερικές λέξεις σε -τηρ παρουσιάζουν τρία θέματα

  • με -τηρ (ισχυρό), με -τερ (ενδιάμεσο), με -τρ (αδύνατο)

Λέγονται συγκοπτόμενα, γιατί συγκόπτουν το ε που υπάρχει στο αδύνατο θέμα τους σε κλιτικούς τύπους.

Το καθένα έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και πολλούς επιπλέον διαλεκτικούς τύπους (δείτε τα λήμματά τους).

  • οι κλητική του ενικού αναβιβάζει τον τόνο

Όμοια συγκόπτει τη δοτική πληθυντικού «τοῖς ἀστράσι» και ἀστήρ, τοῦ ἀστέρος


ΠΗΓΕΣ: #Οικονόμου, #Smyth, §262, 262D

Σιγμόληκτα

επεξεργασία
  • Το θέμα τους λήγει σε -εσ-
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'Σωκράτης'}} {{grc-κλίση-'Περικλής'}}

Σιγμόληκτα (επειδή το θέμα λήγει σε εσ-) ακατάληκτα σε -ης, -ους

Παρατηρήσεις

Είναι όλα κύρια ονόματα, με λιγοστές εξαιρέσεις για σύνθετα όπως

ΠΗΓΕΣ:

Κανόνες
  • Το θέμα λήγει σε -εσ-
    • στην ονομαστική ενικού, εκτείνεται σε ήτα (-ης)
    • στην κλητική ενικού βλέπουμε το θέμα ακατάληκτο
  • Η κλητική ενικού ανεβάζει τον τόνο.
  • Στις πλάγιες πτώσεις του ενικού, το σίγμα ανάμεσα σε δυο φωνήεντα φεύγει, και γίνεται συναίρεση των φωνηέντων
    • τοῦ Σωκράτεσ-ος > Σωκράτε-ος > Σωκράτους. Συχνά μαρτυρούνται οι ασυναίρετοι τύπος σε -εος
    • τῷ Σωκράτεσ-ι, Σωκράτε-ι, Σωκράτει. Μερικές φορές μαρτυρείται ασυναίρετος τύπος σε -εϊ
    • τὸν Σωκράτεσ-α, Σωκράτε-α, Σωκράτη.
Κατηγορία:Σωκράτης   22 λέξεις. 
Παρατηρήσεις
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Σωκρᾰτεσ-
3η κλίση ετερόκλιτο: κατά την 1η κλίση
ονομαστική Σωκράτης οἱ Σωκράται1
      γενική τοῦ Σωκράτους
& Σωκράτεος
& Σωκράτου1
τῶν Σωκρατῶν
      δοτική τῷ Σωκράτει τοῖς Σωκράταις
    αιτιατική τὸν Σωκράτη
& Σωκράτην1
τοὺς Σωκράτᾱς
     κλητική ! Σώκρατες Σωκράται
1Κατά την 1η κλίση. Αν σχηματιστεί πληθυντικός, όλες οι πτώσεις
κατά την 1η κλίση, όπως «στρατιώτης».
Δε μαρτυρείται δυικός αριθμός.
 

Ετερόκλιτα τα «Σωκράτης»:

όταν έχουν πληθυντικό, σχηματίζεται κατά την 1η κλίση όπως «στρατιώτης». Συχνά, από την 1η κλίση και η γενική ενικού και
κυρίως η αιτιατική ενικού ην σε όσα λήγουν σε -γένης, -κράτης, -μένης, -φάνης
Κατηγορία:Περικλῆς   7 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Περικλεεσ-
ονομαστική Περικλέης   > Περικλῆς οἱ Περικλέες   > Περικλεῖς
      γενική τοῦ Περικλέους   Περικλέους τῶν Περικλέων   Περικλέων
      δοτική τῷ Περικλέει    > Περικλεῖ τοῖς Περικλέεσ >
    αιτιατική τὸν Περικλέ    Περικλέα
  & σπανίως > Περικλ
τοὺς Περικλέᾱς   > Περικλεῖς
     κλητική ! Περίκλεες   > Περίκλεις Περικλέες   > Περικλεῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Περίκλεε   >
γεν-δοτ τοῖν  Περικλέοιν >
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'αιδώς'}}
  • (Χρειάζεται εξηγήσεις για όλες τις συναιρέσεις)
-ώς, -οῦς Κατηγορία:αἰδώς-όος/οῦς   1 λέξεις. 
σιγμόληκτα ακατάληκτα θηλυκά
 πτώσεις       ενικός      
αἰδωσ- αἰδοσ-
περισσότεροι τύποι, στο λήμμα
ονομαστική αἰδώς
      γενική τῆς αἰδόος
& αἰδοῦς
      δοτική τῇ αἰδοῖ
    αιτιατική τὴν αἰδ
     κλητική ! αἰδώς
H αἰδώς και με μεταγενέστρο πληθυντικό.

θέματα αἰδωσ-, αἰδοσ-

  • αἰδωσ- > αἰδώ
  • αἰδόσ-ος > αἰδό-ος > αἰδοῦς
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'βέλος'}}

Ουδέτερα σιγμόληκτα ακατάληκτα σε -ος, -ους (θέμα με εσ-)
Παρατηρήσεις

  • θέμα σε -εσ (βελεσ-)
  • χωρίς κατάληξη, αλλά με τροπή ε > ο (βελεσ- > βέλος) η ονομαστική, αιτιαστική, κλητική ενικού
  • στις άλλες πτώσεις:
    • αποβολή του [s] ανάμεσα σε δυο φωνήεντα
      • στη δοτική πληθυντικού τα δύο ⟨σσ⟩ απλοποιούνται (βελεσ-σι > βέλεσι)
    • ακολουθεί συναίρεση των φωνηέντων με ε+ο > ο, ε+ε > ει, ε+ι > ει, ε+οι < -οιν (βελοῖν) ε+ω > -ών (βελῶν)
      • η γενική ενικού (βέλεσ-ος > βέλεος & βέλους) ασυναίρετη και συνηρημένη
      • ε+α (πληθυντικός)
        > όπως βέλεα & βέλη
        > -ᾱ όταν προηγείται και άλλο ε όπως στην κλίση #χρέος
Κατηγορία:βέλος   80 λέξεις. 

παροξύτονα ή περισπώμενα

όπως τὸ βέλος, τοῦ βέλους / βέλεος, τὰ βέλη / βέλεα, τῶν βελῶν / βελέων
όπως τὸ σκεῦος, τοῦ σκεύους / σκεύεος, τὰ σκεύη / σκεύεα, τῶν σκευῶν / σκευέων
ειδικές περιπτώσεις όπως τὸ ἄνθος, τοῦ ἄνθους χωρίς όλους τους ασυναίρετους τύπους
  • Δείτε και την ποικιλία #χρέος, με πληθυντικά χρέα.

Κάθε λέξη έχει ορισμένους τύπους μαρτυρημένους, όπως περιγράφονται στα λεξικά.

Κατηγορία:στέλεχος   8 λέξεις. 

προπαροξύτονα

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
βελεσ-
ονομαστική τὸ βέλος τὰ βέλη - βέλε
      γενική τοῦ βέλους - βέλεος τῶν βελῶν - βελέων
      δοτική τῷ βέλει - βέλεῐ̈ τοῖς βέλεσ(ν)
    αιτιατική τὸ βέλος τὰ βέλη - βέλεα
     κλητική ! βέλος βέλη - βέλεα
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  βέλει - βέλεε
γεν-δοτ τοῖν  βελοῖν - βελέοιν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
στελεχεσ-
ονομαστική τὸ στέλεχος τὰ στελέχη
& στελέχε
      γενική τοῦ στελέχους
& στελέχεος
τῶν στελεχῶν
& στελεχέων
      δοτική τῷ στελέχει
& στελέχεῐ̈
τοῖς στελέχεσ(ν)
    αιτιατική τὸ στέλεχος τὰ στελέχη
& στελέχεα
     κλητική ! στέλεχος στελέχη
& στελέχεα
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  στελέχει & στελέχεε
γεν-δοτ τοῖν  στελεχοῖν & στελεχέοιν
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'χρέος'}}

Ποικιλία του #βέλος, όταν προηγείται ε του 'ε+α (δείτε εκεί τις Παρατηρήσεις)

  • To δέος, με πολλαπλούς τύπους στον πληθυντικό.
Κατηγορία:χρέος   3 λέξεις. 
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
χρεεσ-
ονομαστική τὸ χρέος τὰ χρέ(ᾱ)*
      γενική τοῦ χρέους τῶν χρεῶν
      δοτική τῷ χρέει τοῖς χρέεσ(ν)
    αιτιατική τὸ χρέος τὰ χρέ
     κλητική ! χρέος χρέ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χρέει
γεν-δοτ τοῖν  χρεοῖν
* Όταν προηγείται ε του ε+α > ᾱ (χρέα)
και όχι -η όπως στο βέλος, βέλη.
για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'κρέας'}}
 νέα ελληνικά
#όπως «κρέας»

Κατηγορία:κρέας   6 λέξεις. 

Παρατηρήσεις Είναι 6 ουδέτερα με θέμα που λήγει σε ...ασ-. Δύο περιπτώσεις στην κλίση τους:
α) συναιρούν

  • το σ αποβάλλεται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα: τοῦ κρέασ-ος > κρέα-ος
  • και μετά, τα φωνήεντα συναιρούνται: τοῦ κρέα-ος > κρέως

β) Μερικά, και με δεύτερο θέμα σε ...ατ-.

  • τὸ κρέας, τοῦ κρέατος & κρέως, συναιρεί παντού (και μεταγενέστεροι τύποι με ατ-)
  • τὸ γέρας, τοῦ γέρατος & γέρως, συναιρεί παντού
  • τὸ γῆρας, τοῦ γήρατος/γήραος & γήρως (ενικός μόνο), συναιρεί παντού
  • τὸ πέρας, τοῦ πέρατος, εκτός από το «πέρας», όλες οι άλλες πτώσεις με περατ- όπως το #κτῆμα, κτηματ-
  • τὸ τέρας, τοῦ τέρατος, στον ενικό όπως το πέρας, στον πληθυντικό & δυϊκό συναιρεί επιπλέον
  • τὸ κέρας, τοῦ κέρατος & κέρως, και με τους δύο τρόπους, κατά το κρέας & κατά το πέρας

Το καθένα με τις ιδιαιτερότητές του και επιπλέον διαλεκτικούς τύπους. Δείτε τα λήμματά τους.

Παραδείγματα:

Παράδειγμα: γέρας: συναιρεί παντού
Παράδειγμα: πέρας: παντού με ατ-
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
γερασ-
ονομαστική τὸ γέρᾰς τὰ γέρα - γέρ
      γενική τοῦ γέρᾰος - γέρως τῶν γεράων - γερῶν
      δοτική τῷ γέρ τοῖς γέρᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ γέρᾰς τὰ γέρα - γέρ
     κλητική ! γέρᾰς γέρα - γέρ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γέρ
γεν-δοτ τοῖν  γεροῖν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
περασ- περατ-
ονομαστική τὸ πέρᾰς τὰ πέρᾰτ
      γενική τοῦ πέρᾰτος τῶν περᾰ́των
      δοτική τῷ πέρᾰτ τοῖς πέρᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ πέρᾰς τὰ πέρᾰτ
     κλητική ! πέρᾰς πέρᾰτ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πέρᾰτε
γεν-δοτ τοῖν  περᾰ́τοιν
Από τα έξι της Κατηγορίας, είναι το μόνο που έχει παντού θέμα σε ...ατ-
στις πτώσεις εκτός από το πέρας
Παράδειγμα: τέρας: και με τους δύο τρόπους
 πτώσεις       ενικός         ενικός     πληθυντικός     πληθυντικός  
κερασ- κερατ-
κερᾰσ- κερᾰτ- κερᾰσ- κερᾰτ-
ονομαστική τὸ κέρᾰς τὰ κέρ κέρᾰτ
      γενική τοῦ κέρως κέρᾰτος τῶν κερῶν κεράτων
      δοτική τῷ κέρ κέρᾰτ τοῖς κέρᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ κέρᾰς τὰ κέρ κέρᾰτ
     κλητική ! κέρᾰς κέρ κέρᾰτ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κέρ
γεν-δοτ τοῖν  κεροῖν

Γενικοί κανόνες 3ης κλίσης

επεξεργασία
  • είναι πάντα ανισοσύλλαβα
  • η γενική ενικού είναι πάντα -ος / -ός ή -ως ή -ους / -οῦς
  • βρίσκουμε το θέμα αφαιρώντας την κατάληξη από τη γενική ενικού

Τονισμός

επεξεργασία
  • παίρνουν περισπωμένη, ενώ δεν προκύπτουν από συναίρεση ?
    • μονοσύλλαβες ονομαστικές-αιτιατικές-κλητικές αφωνόληκτων με χαρακτήρα υ, ι, ου, αυ (κλίσεις κῖς, #δρῦς, #βοῦς, #χοῦς, #γραῦς
    • η αιτιατική πληθυντικού του #ἰχθύς, τούς ἰχθῦς
    • τα ανώμαλα ουδέτερα πῦρ, οὖς, το θηλυκό γλαῦξ (το φῶς έχει κανονικά την περισπωμένη, γιατί προέρχετι από το φάος)
    • η κλητική ενικού της κλίσης #βασιλεύς
  • Ειδικά για τα #Μονοσύλλαβα:
Μονοσύλλαβα
επεξεργασία

!! Τα τριτόκλιτα μονοσύλλαβα στη γενική και δοτική όλων των αριθμών τονίζονται στη λήγουσα (τα -ῶν και -οῖν με περισπωμένη):
είτε μονόθεμα (#γύψ

  • φλόξ, τῆς φλογός, τῇ φλογί, τῶν φλογῶν, ταῖς φλοξί
  • θήρ, τοῦ θηρός, τῷ θηρὶ, τῶν θηρῶν, τοῖς θηρσὶ - (τοῖν θηροῖν)

είτε διπλόθεμα #χθών

  • χθών, τῆς χθονός, τῇ χθονί, τῶν χθονῶν, ταῖς χθοσί

!! Εξαιρούνται μόνο για τη γενική πληθυντικού (και δυϊκού κατά τον Smyth) τα εξής μονοσύλλαβα

Κατηγορία:Ουσιαστικά μονοσύλλαβα με εξαιρέσεις (αρχαία ελληνικά)
  • δᾴς, τῶν δᾴδων ( < δαΐδων από μορφή δαΐς. Η συναίρεση, το συνηρημένο φωνήεν παίρνει οξεία αν τονιζόταν ο δεύτερος φθόγγος)
  • ὁ, ἡ παῖς, τῶν παίδων (αλλά η δοτική, παισί. Δείτε και τον ομηρικό τύπο του παῖς: πάϊς)
  • δμώς-θμώς-Τρώς κατά την κλίση #Τρώς (φωνηεντόληκτα)
      • δμώς (δούλος), τῶν δμώων
      • θώς (τσακάλι), τῶν θώων
      • #Τρώς, τῶν Τρώων
  • τα ανώμαλα ουδέτερα (οδοντικόληκτα)
  • και η μετοχή ὤν, τῶν ὄντων

Προσοχή: Αν ένα τρισύλλαβο έχει συναιρεθεί, δεν εμφανίζει τον τόνο στην κατάληξη

  • π.χ. ἔαρ > μονοσύλλαβο συνηρημένο ἦρ, γενική: ἔαρ-ος > ἦρ-ος, δοτική: ἔαρ-ι > ἦρ-ι

. Smyth, §252: A trisyllabic form, if contracted, does not show the accent on the case ending: ἦρ-ος for ἔαρ-ος, ἦρ-ι for ἔαρ-ι, from τὸ ἔαρ spring

Αναφορές

επεξεργασία
  1. §212, σελ.268 - Chantraine, Pierre (1933). La formation des noms en grec ancien. Paris.