↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
κονδῠ-
ονομαστική τὸ κόνδῠ τὰ κόνδῠ
      γενική τοῦ κόνδῠος τῶν κονδῠ́ων
      δοτική τῷ κόνδῠῐ̈ τοῖς κόνδῠσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ κόνδῠ τὰ κόνδῠ
     κλητική ! κόνδῠ κόνδῠ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κόνδῠε
γεν-δοτ τοῖν  κονδῠ́οιν
Παρατήρηση με όρθια ή πλάγια γράμματα.
3η κλίση, Κατηγορία 'κόνδυ' όπως «κόνδυ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

3η κλίση - ουδέτερα -υ -υος, κατά τα {{grc-κλίση-'βότρυς'}}, -υος


{{grc-κλίση-'κόνδυ'}}


Κατηγορία:Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'κόνδυ' (αρχαία ελληνικά)


  • |παρατήρηση= Προσθέτει στον πίνακα κλίσης μια γραμμή με το κείμενο που θα γράψουμε.
  • |λήμμα= Aν επιθυμούμε να κλίνουμε άλλο λήμμα απ' αυτό της σελίδας όπου βρισκόμαστε.
  • |θέματα=   Επιπλέον γραμμή όπου συμπληρώνουμε προαιρετικά το θέμα με την προσωδία του
Lua logo
Αυτό το πρότυπο
χρησιμοποιεί LUA
Module:grc-nouns-decl/3


Καλείται το Module:grc-nouns-decl.