Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σωκράτης οι Σωκράτες
      γενική του Σωκράτη
Σωκράτους
των Σωκρατών
    αιτιατική τον Σωκράτη τους Σωκράτες
     κλητική Σωκράτη Σωκράτες
Ο δεύτερος τύπος γενικής ενικού, λόγιος.
Και η αρχαία κλητική: ω Σώκρατες!
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σωκράτης < αρχαία ελληνική Σωκράτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σωκράτης αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Σωκρᾰτεσ-
3η κλίση ετερόκλιτο: κατά την 1η κλίση
ονομαστική Σωκράτης οἱ Σωκράται1
      γενική τοῦ Σωκράτους
Σωκράτεος
& Σωκράτου1
τῶν Σωκρατῶν
      δοτική τῷ Σωκράτει τοῖς Σωκράταις
    αιτιατική τὸν Σωκράτη
Σωκράτην1
τοὺς Σωκράτᾱς
     κλητική ! Σώκρατες Σωκράται
1Κατά την 1η κλίση. Αν σχηματιστεί πληθυντικός, όλες οι πτώσεις
κατά την 1η κλίση, όπως «στρατιώτης».
Δε μαρτυρείται δυικός αριθμός.
3η κλίση, Κατηγορία 'Σωκράτης' όπως «Σωκράτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σωκράτης < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σωκράτης αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

και

  Πηγές επεξεργασία