Κατηγορία:Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'φρήν' (αρχαία ελληνικά)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
φρεν-
ονομαστική φρήν αἱ φρένες
      γενική τῆς φρενός τῶν φρενῶν
      δοτική τῇ φρενῐ́ ταῖς φρεσῐ́(ν)
    αιτιατική τὴν φρέν τὰς φρένᾰς
     κλητική ! φρήν φρένες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  φρένε
γεν-δοτ τοῖν  φρενοῖν
3η κλίση, Κατηγορία 'φρήν' όπως «φρήν» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

3η κλίση - τριτόκλιτα ενρινόληκτα οξύτονα ουσιαστικά σε -ήν, γενική -ενός

φρήν, τῆς φρενός, αἱ φρένες, τῶν φρενῶν

Συγκρίνετε με το μήν, -ηνός


Περισσότερα στο Παράρτημα

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'χθων'}}

Σελίδες στην κατηγορία "Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'φρήν' (αρχαία ελληνικά)"

Αυτή η κατηγορία περιέχει μόνο την ακόλουθη σελίδα.