φλέψ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | φλέψ | αἱ | φλέβες |
γενική | τῆς | φλεβός | τῶν | φλεβῶν |
δοτική | τῇ | φλεβῐ́ | ταῖς | φλεψῐ́(ν) |
αιτιατική | τὴν | φλέβᾰ | τὰς | φλέβᾰς |
κλητική ὦ! | φλέψ | φλέβες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | φλέβε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | φλεβοῖν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'φλέψ' όπως «φλέψ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- φλέψ < φλέω (διογκώνω, γεμίζω) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφλέψ, φλεβός θηλυκό
- (ανατομία) φλέβα
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 13 (Ν. Μάχη ἐπὶ ταῖς ναυσί.), στίχ. 546 (545-546)
- Ἀντίλοχος δὲ Θόωνα μεταστρεφθέντα δοκεύσας | οὔτασ᾽ ἐπαΐξας, ἀπὸ δὲ φλέβα πᾶσαν ἔκερσεν,
- Ο Αντίλοχος τον Θόωνα τον τήρησε, ως εστράφη, | και ορμώντας τον εκτύπησε και του ᾽κοψε την φλέβα·
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- Ἀντίλοχος δὲ Θόωνα μεταστρεφθέντα δοκεύσας | οὔτασ᾽ ἐπαΐξας, ἀπὸ δὲ φλέβα πᾶσαν ἔκερσεν,
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 4 (Μελπομένη), 2.1
- τὰς φλέβας πίμπλασθαι φυσωμένας τῆς ἵππου καὶ τὸ οὖθαρ κατίεσθαι.
- με το φύσημα και οι φλέβες της φοράδας φουσκώνουν και τα μαστάρια κατεβαίνουν.
- Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- τὰς φλέβας πίμπλασθαι φυσωμένας τῆς ἵππου καὶ τὸ οὖθαρ κατίεσθαι.
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Φυσιογνωμονικά, 6.35 @scaife.perseus
- Οἶς τὰ περὶ τὸν τράχηλον καὶ τοὺς κροτάφους αἱ φλέβες κατατεταμέναι εἰσί, δυσόργητοι·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 13 (Ν. Μάχη ἐπὶ ταῖς ναυσί.), στίχ. 546 (545-546)
- (γεωλογία) φλέβα μετάλλου
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Πόροι ἢ περὶ Προσόδων, 1.5 @scaife.perseus
- πολλῶν γοῦν πόλεων παροικουσῶν καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν εἰς οὐδεμίαν τούτων οὐδὲ μικρὰ φλὲψ ἀργυρίτιδος διήκει.
- ※ 1ος πκε αιώνας ⌘ Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη Ἱστορική, 2, 49.5 @scaife.perseus
- διὸ καὶ κατά τινας τόπους τῆς Ἀραβίας ὀρυττομένης τῆς γῆς εὑρίσκονται φλέβες εὐώδεις, ὧν μεταλλευομένων ἐξαίσιοι τὸ μέγεθος λατομίαι γίνονται·
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Πόροι ἢ περὶ Προσόδων, 1.5 @scaife.perseus
- (γεωλογία) πηγή νερού
- ※ 1ος πκε/κε αιώνας ⌘ Στράβων, Γεωγραφικά, 8.8, 4 @perseus.tufts.edu @wikisource
- συμπεσόντα γὰρ τὰ περὶ Φενεὸν βέρεθρα ὑπὸ σεισμοῦ, διʼ ὧν ἦν ἡ φορά, μονὴν ἐποίησε τοῦ ῥεύματος μέχρι τῶν κατὰ βάθους φλεβῶν τῆς πηγῆς.
- ※ 1ος πκε/κε αιώνας ⌘ Στράβων, Γεωγραφικά, 8.8, 4 @perseus.tufts.edu @wikisource
- (για φυτά, δέντρα) νεύρο
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ψευδοαριστοτέλης, Περὶ φυτῶν, 1.3.2 @scaife.perseus
- Καὶ τινὰ μὲν μέρη τοῦ δένδρου εἰσὶν ἀπλᾶ, ὡς ὁ χυμὸς ὁ εὑρισκόμενος ἐν αὐτοῖς καὶ οἱ δεσμοὶ καὶ αἱ φλέβες· τινὰ δέ εἰσι σύνθετα ἐκ τούτων, ὡς κλάδοι καὶ λύγοι καὶ φύλλα.
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ψευδοαριστοτέλης, Περὶ φυτῶν, 1.3.2 @scaife.perseus
Σύνθετα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- φλέψ - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- φλέψ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.