Δείτε επίσης: Κ.Ε.

Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

κε < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό Επεξεργασία

κε ουδέτερο άκλιτο

πα, βου, γα, δη, κε, ζω, νη

  Μεταφράσεις Επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) Επεξεργασία

  Μόριο Επεξεργασία

κε ή κεν

  • επικός και ιωνικός τύπος του ἄν
ἀλλ΄ ἴθι μή μ΄ ἐρέθιζε σαώτερος ὥς κε νέηαι (Ομήρου Ιλιάδα, Α32)