κε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίακε ουδέτερο άκλιτο
- (βυζαντινή μουσική) ο πέμπτος από τους εφτά φθόγγους της βυζαντινής μουσικής κλίμακας
Μεταφράσεις
επεξεργασία κε
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΜόριο
επεξεργασίακε ή κεν
- επικός και ιωνικός τύπος του ἄν
- ἀλλ΄ ἴθι μή μ΄ ἐρέθιζε σαώτερος ὥς κε νέηαι (Ομήρου Ιλιάδα, Α32)