Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Να διευκρινιστούν ορισμοί και κλιτικοί τύποι στα λήμματα ῥόος και ῥοῦς Sarri.greek  | 11:08, 22 Νοεμβρίου 2021 (UTC).



Δείτε επίσης: Ῥοῦς, ρους

Ετυμολογία 1

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ῥοῦς αρσενικό

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
ῥοῦς < συνηρημένος τύπος ῥόος < ῥέω. ῥόα, ῥοία και ῥοιή (πιθανόν λόγω του χρώματος που έμοιαζε της ροδιάς. Δείτε Σημειώσεις).

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ῥοῦς αρσενικό ή θηλυκό

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • κοινό δέντρο στην Ελλάδα, από το οποίο έπαιρναν κόκκινη ή πορτοκαλιά βαφή (Cotinus coggygria) ή το ρούδι (Rhus coriaria, Ρους ο βυρσοδεψικός ή σουμάκι) από οποίο έπαιρναν επίσης κόκκινη βαφή αλλά το χρησιμοποιούσαν και ως μπαχαρικό στη Σάμο όπως και ως ίνα για δέρματα