Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
Παρνηθ-
ονομαστική Πάρνης
      γενική τῆς Πάρνηθος
      δοτική τῇ Πάρνηθ
    αιτιατική τὴν Πάρνηθ
     κλητική ! Πάρνης
3η κλίση, Κατηγορία 'Πάρνης' όπως «Πάρνης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πάρνης < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Πάρνης θηλυκό (πολύ σπάνια, αρσενικό)

Παράγωγα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία