πατρίς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πατρίς < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πατρίς → δείτε τη λέξη πατρίδα
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /paˈtɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐τρίς
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πατρίς θηλυκό (κλιτικοί τύποι από την αρχαία κλίση στο πατρίς)
- (αρχαιοπρεπές, παρωχημένο) η πατρίδα, μόνο σε εκφράσεις όπως
- επίσης, από το πάτρα: εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης
Πηγές
επεξεργασία
- πατρίδα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
πατρῐδ- | |||||
ονομαστική | ἡ | πατρίς | αἱ | πατρίδες | |
γενική | τῆς | πατρίδος | τῶν | πατρίδων | |
δοτική | τῇ | πατρίδῐ | ταῖς | πατρίσῐ(ν) | |
αιτιατική | τὴν | πατρίδᾰ | τὰς | πατρίδᾰς | |
κλητική ὦ! | πατρίς* | πατρίδες | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πατρίδε | |||
γεν-δοτ | τοῖν | πατρίδοιν | |||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | |||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πατρίς θηλυκό
- η πάτρια γη, ο τόπος της γέννησης, της καταγωγής
- ⮡ πατρίς γαῖα
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Πλοῦτος, στίχ. 1151
- πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ’ ἵν’ ἂν πράττῃ τις εὖ
- → δείτε τη λέξη πάτρα
- κοινή πατρίς: ο κάτω κόσμος
- η πόλη ή το μέρος όπου γεννήθηκε κανείς
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ πατρίδα - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
επεξεργασία
- πατρίς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πατρίς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.