Κατηγορία:Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'παιάν' (αρχαία ελληνικά)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
παιαν-
ονομαστική παιάν οἱ παιᾶνες
      γενική τοῦ παιᾶνος τῶν παιάνων
      δοτική τῷ παιᾶν τοῖς παιᾶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν παιᾶν τοὺς παιᾶνᾰς
     κλητική ! παιάν παιᾶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παιᾶνε
γεν-δοτ τοῖν  παιάνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'παιάν' όπως «παιάν» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

3η κλίση - τριτόκλιτα ενρινόληκτα οξύτονα ουσιαστικά σε -άν, γενική -ᾶνος

παιάν, τοῦ παιᾶνος, οἱ παιᾶνες, τῶν παιάνων


Περισσότερα στο Παράρτημα

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'χειμών'}}