Σῖρις
Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Σῖρις, -ιος/ιδος θηλυκό
- πόλη της Μεγάλης Ελλάδας
- → χρειάζεται παράθεμα (Ηρόδοτος Hdt. 8, 62)
- παράγωγα: Σιρίτης (πατριδωνυμικό) - από τη μορφή Σίρρα > Σιρραῖος
- πόλη στη Θράκη (Παιονία), οι σύγχρονες Σέρρες
- άλλες μορφές: Σίρρα
- σύνθετα: Σιροπαίονες
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Σῖρις, -ιος/ιδος αρσενικό
- ποταμός της Ιταλίας της Μεγάλης Ελλάδας
- ※ Πλούταρχος, Πύρρος, 16.4@scaife.perseus
- ανδρικό όνομα (και γυναικείο (Χρειάζεται επεξεργασία) )
Επεξεργασία
- ↑ «Σέρρες (αρχ. Σίρις, Σίρρα)» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
ΠηγέςΕπεξεργασία
- Σῖρις@scaife.perseus
- Σῖρις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Σῖρις - ΘΕΤΙΜΑ, Αρχαίες Ελληνικές Διάλεκτοι - Λεξικό κυρίων ονομάτων στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven