Δείτε επίσης: σῖρις, Σίρις

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σῖρις < άγνωστης ετυμολογίας [1] Δε σχετίζεται με το σῖρις (ξυρίς).
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: δείτε τη μορφή Σίρρα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία
→ λείπει η κλίση

Σῖρις, -ιος/ιδος θηλυκό

  1. πόλη της Μεγάλης Ελλάδας
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 8 (Οὐρανία), 62.2
    εἰ δὲ ταῦτα μὴ ποιήσῃς, ἡμεῖς μὲν ὡς ἔχομεν ἀναλαβόντες τοὺς οἰκέτας κομιεύμεθα ἐς Σῖριν τὴν ἐν Ἰταλίῃ, ἥ περ ἡμετέρη τέ ἐστι ἐκ παλαιοῦ ἔτι, καὶ τὰ λόγια λέγει ὑπ᾽ ἡμέων αὐτὴν δεῖν κτισθῆναι·
    Αν όμως δεν το κάνεις αυτό, εμείς, έτσι όπως είμαστε, παίρνουμε μαζί μας τους δικούς μας και μετακομίζουμε στη Σίρη, στην Ιταλία, που απ᾽ τον παλιό κιόλας καιρό είναι δική μας και οι χρησμοί λένε ότι πρέπει να χτιστεί εκεί αποικία δική μας·
    Μετάφραση (1995): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    παράγωγα: Σιρίτης (πατριδωνυμικό) - από τη μορφή Σίρρα > Σιρραῖος
  2. πόλη στη Θράκη (Παιονία), οι σύγχρονες Σέρρες
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 8 (Οὐρανία), 115.3
    τοὺς δὲ καὶ νοσέοντας αὐτῶν κατέλειπε, ἐπιτάσσων τῇσι πόλισι ἵνα ἑκάστοτε γίνοιτο ἐλαύνων, μελεδαίνειν τε καὶ τρέφειν, ἐν Θεσσαλίῃ τέ τινας καὶ ἐν Σίρι τῆς Παιονίης καὶ ἐν Μακεδονίῃ.
    Και κάμποσους ο Ξέρξης τους άφησε πίσω άρρωστους, διατάζοντας τις πόλεις, σ᾽ όποια απ᾽ αυτές στάθμευε κάθε τόσο συνεχίζοντας την πορεία του, να τους περιποιούνται και να τους τρέφουν, άλλους στη Θεσσαλία, άλλους στη Σίρη της Παιονίας κι άλλους στη Μακεδονία.
    Μετάφραση (1995): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    άλλες μορφές: Σίρρα
    σύνθετα: Σιροπαίονες

  Κύριο όνομα

επεξεργασία
→ λείπει η κλίση

Σῖρις, -ιος/ιδος αρσενικό

  1. ποταμός της Ιταλίας της Μεγάλης Ελλάδας
  2. ※  Πλούταρχος, Πύρρος, 16.4@scaife.perseus
    ἐγγὺς εἶναι καὶ πέραν τοῦ Σίριος ποταμοῦ κατεστρατοπέδευσεν
    → δείτε  Sinni (σύγχρονη ονομασία), Σίνις
  3. ανδρικό όνομα (και γυναικείο (Χρειάζεται επεξεργασία) )

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. «Σέρρες (αρχ. Σίρις, Σίρρα)» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)