Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο.
Δείτε επίσης: Ζευς
ουσιαστικά μεταπλαστά
↓ πτώσεις       ενικός         ενικός     πληθυντικός  
Ζεύς μεταπλαστό *Ζήν / Ζῆν
ονομαστική Ζεύς Ζῆν οἱ Δίες Ζῆνες
      γενική τοῦ Διός Ζηνός τῶν Διῶν
      δοτική τῷ Διῐ́ Ζηνῐ́ τοῖς Δισῐ́(ν)
    αιτιατική τὸν Δί Ζῆν τοὺς Δίᾰς
     κλητική ! Ζεῦ Δίες
ανώμαλη κλίση, Κατηγορία 'μεταπλαστά' όπως «Ζεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ζεύς < πρωτοελληνική *Dzéus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *dyḗws. Συγγενή: μυκηναϊκή 𐀇𐀺 (diwos), σανσκριτική द्यु (dyú), λατινική Iovis, το *Iu- στο Iuppiter (Ζεῦ πάτερ), αγγλοσαξονική Tīw, χεττιτική 𒅆𒍑 (sius)[1]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ζεύς

  1. (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) ο Δίας, πατέρας ανθρώπων και θεών, κύριος του Δωδεκάθεου.
    ※  4ος πκε αιώνας Αριστοτέλης, Φυσικής_Ακροάσεως, 198b
    ἀλλ' ὥσπερ ὕει ὁ Ζεὺς οὐχ ὅπως τὸν σῖτον αὐξήσῃ, ἀλλ' ἐξ ἀνάγκης
    ⮡  Παῦε λέγων, μὰ τὸν Δία
    Σταμάτα να μιλάς, μα το Δία
    Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.
  2. (για κολακεία) προσωνύμιο Συριακών βασιλέων όπως του Ξέρξη ή των ρωμαϊκών αυτοκρατόρων
  3. (στους Πυθαγορείους) η μονάδα
  4. (σε αναφορά άλλων θεών-βασιλέων) Άμμων, Βάαλ, Ωρομάσδης κ.ά.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Υπερώνυμα

επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

θέμα Διο-

θέμα Ζην-

θέματα Διϝει- (στην κυπριακή διάλεκτο), Διει- ή Διι-

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Ζεύς στο αγγλικό Βικιλεξικό