Κατηγορία:Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμις' θηλυκά (ελληνιστική κοινή)
Σελίδες στην κατηγορία "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμις' θηλυκά (ελληνιστική κοινή)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 308 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
Δ
- δεξίωσις
- δῄωσις
- διαβεβαίωσις
- διάβρωσις
- διάθρυψις
- διακήρυξις
- διακίνησις
- διακόρευσις
- διακρίβωσις
- διακυβέρνησις
- διαλάλησις
- διαμέρισις
- διαμύδησις
- διάνοιξις
- διανυκτέρευσις
- διαπεραίωσις
- διάπλασις
- διαπόρθμευσις
- διάρρηξις
- διασάλευσις
- διασάφησις
- διάσεισις
- διασκέδασις
- διασκόρπισις
- διάστιξις
- διάσωσις
- διατίμησις
- διατράνωσις
- διαφύλαξις
- διαφώτισις
- διαχάραξις
- διέγερσις
- διείσδυσις
- διέλευσις
- διένεξις
- διερεύνησις
- διευθέτησις
- διήθησις
- διόγκωσις
- διομολόγησις
- διόπτευσις
- διοργάνωσις
- διόρυξις
- διύλισις
- δόμησις
Ε
Κ
- κακοποίησις
- κάλυψις
- καρκίνωσις
- καταβίβασις
- κατάδοσις
- κατάδυσις
- κατάθλιψις
- καταιόνησις
- κατακράτησις
- κατάκρισις
- καταμέρισις
- καταμέτρησις
- καταμήνυσις
- καταμόσχευσις
- κατανάλωσις
- κατάνευσις
- κατάνυξις
- καταξίωσις
- καταπάτησις
- καταπίεσις
- καταπόνησις
- καταπόντισις
- κατάργησις
- καταρίθμησις
- κατάρριψις
- κατάρτισις
- κατάσβεσις
- κατάστιξις
- κατάστρωσις
- κατάταξις
- κατευόδωσις
- κατολίσθησις
- κατόπτευσις
- κάτοψις
- κέλευσις
- κεραύνωσις
- κίδαρις
- κλάδευσις
- κλείδωσις
- κόμμωσις
- κόπωσις
- κράτησις
- κρήμνισις
- κυάνωσις
- κυβίστησις
- κυλίνδησις
- κυρίευσις
- κύρτωσις
- κωμόπολις
Μ
Π
- παιδαγώγησις
- πάκτωσις
- παράβλεψις
- παραίσθησις
- παρακέντησις
- παρακίνησις
- παράκουσις
- παράληψις
- παράλυσις
- παραποίησις
- παρασπόνδησις
- παρασύνθεσις
- παρατήρησις
- παραφύλαξις
- παραχάραξις
- παράχρησις
- παραχώρησις
- παρείσδυσις
- παρείσφρησις
- παρέκκλισις
- παρέλασις
- παρέλευσις
- παρέμφασις
- παρένθεσις
- παρενόχλησις
- παρεξήγησις
- παρηγόρησις
- παρήχησις
- πελέκησις
- πεποίθησις
- περάτωσις
- περιδίνησις
- περιέλευσις
- περιέλιξις
- περίζωσις
- περιήγησις