Κατηγορία:Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' (νέα ελληνικά)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | νίκη | οι | νίκες |
γενική | της | νίκης | των | νικών |
αιτιατική | τη | νίκη | τις | νίκες |
κλητική | νίκη | νίκες | ||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Θηλυκά ισοσύλλαβα ουσιαστικά σε -ή με γενική πληθυντικού -ών.
Ιδιαίτερες κατηγορίες:
Κατηγορία όπως το 'ασπιρίνη' με επιπλέον γενική πληθυντικού
Με δύσχρηστη γενική πληθυντικού, όπως το 'σκόνη'
Χωρίς τη γενική πληθυντικού, όπως το 'ζέστη'
για τους συντάκτες: {{el-κλίση-'νίκη'}}
|
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 5 υποκατηγορίες, από 5 συνολικά.
Σελίδες στην κατηγορία "Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 846 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
- αβγοθήκη
- αγγειοβλάστη
- αγγειοπιεσίνη
- αγγειοτασίνη
- αγγειοτενσίνη
- αγέλη
- αγνωμοσύνη
- αγραμματοσύνη
- Αγροίλη
- Αγρύλη
- αγχόνη
- αδαημοσύνη
- αδαμαντίνη
- αδενίνη
- αδενοσίνη
- αδεξιοσύνη
- αδρεναλίνη
- αεραποθήκη
- αεροδίνη
- αεροστάθμη
- αεροτορπίλη
- αθάλη
- αθεοσύνη
- αθόμελη
- αιδημοσύνη
- αιθάλη
- αιθαλομίχλη
- αιθανάλη
- αιθανοδιόλη
- αιθανόλη
- αιθυλενογλυκόλη
- Αικατερίνη
- αιμαγγειοβλάστη
- αιματίνη
- αιμογλοβίνη
- αιμοσυγκολλητίνη
- αιμοσφαιρίνη
- αισχύνη
- ακετόνη
- ακετυλχολίνη
- ακόνη
- άκρη
- ακρολαΐνη
- ακρολεΐνη
- ακτημοσύνη
- ακτίνη
- ακτινιδίνη
- ακτινομυκίνη
- ακτομυοσίνη
- αλανίνη
- αλαταποθήκη
- αλατοθήκη
- άλγη
- αλδεΰδη
- αλδιμίνη
- αλευραποθήκη
- αλευροδόχη
- αλευροθήκη
- αλευροσκάφη
- αλιζαρίνη
- αλισάχνη
- άλκη
- αλκοόλη
- Αλκυόνη
- αλκυόνη
- αλληλεγγύη
- αλόη
- αλοΐνη
- αλοσάχνη
- Αλωπέκη
- αμινάλη
- αμίνη
- αμινογλυκοσίδη
- αμμοδόχη
- αμμολεκάνη
- αμνημοσύνη
- αμυλοπηκτίνη
- αμφεταμίνη
- Αμφιάλη
- ανάγκη
- αναξιοσύνη
- ανατοξίνη
- ανδραδέλφη
- ανδρειοσύνη
- ανέμη
- ανεμοδόχη
- ανεπιστημοσύνη
- ανθήλη
- ανθοδέσμη
- ανθοδόχη
- ανθοκράμβη
- ανθοστήλη
- ανθρακαποθήκη
- ανιλίνη
- ανισόλη
- ανοσοσφαιρίνη
- αντιπεψίνη
- αντιτοξίνη
- αντιύλη
- αντροσύνη
- αξαδέλφη
- αξιοσύνη
- απαλάμη
- απάτη
- αποθήκη
- απόχη
- απραγμοσύνη
- αράχνη
- αργαντινή
- αρτάνη
- αρχειοθήκη
- αρχιεροσύνη
- ασβόλη
- ασετιλίνη
- ασετυλίνη
- ασπαραγίνη
- ασπαρτάμη
- αστράβη
- ασφαλτολίμνη
- ασφοδελίνη
- ασχετοσύνη
- ασχημοσύνη
- Αταλάντη
- ατόλη
- ατροπίνη
- ατσαλοσύνη
- αυγοθήκη
- αυξίνη
- αυταδέλφη
- αυταπάτη
- αυτοκαταδίκη
- αφροσύνη
- άχνη
- άψη
Β
Γ
- γαιανθρακαποθήκη
- γενναιοφροσύνη
- γεροντοκόρη
- γεροσύνη
- γεωεπιστήμη
- γηθοσύνη
- γιβερελίνη
- γιγαντοοθόνη
- γκρελίνη
- γλαστροθήκη
- γλουταμίνη
- γλουτένη
- γλυκερίνη
- γλυκερόλη
- γλυκίνη
- γλυκόλη
- γλυκοπρωτεΐνη
- γλυκοσίδη
- γλυπτοθήκη
- γλυσίνη
- γλυφοσάτη
- γνώμη
- γογγύλη
- γοναδοτροπίνη
- γρασοβαλβολίνη
- γρελίνη
- γρεναδίνη
- γρηγοροσύνη
- γυναικαδέλφη
- γυναικαδέρφη
- γυρεοθήκη