Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμυλάση
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό
επεκτείνοντάς την
!
Ετυμολογία
Επεξεργασία
αμυλάση
<
άμυλο
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
αμυλάση
θηλυκό
(
βιολογία
), (
βιοχημεία
): πεπτικό ένζυμο που διασπά το άμυλο και που βρίσκεται στο σάλιο των περισσοτέρων θηλαστικών
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
αμυλάση
αγγλικά
:
amylase
(en)