ακτομυοσίνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ακτομυοσίνη < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.kto.mi.oˈsi.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐κτο‐μυ‐ο‐σί‐νη
Ουσιαστικό επεξεργασία
ακτομυοσίνη θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
ακτομυοσίνη
|