Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γλυκόζη < (αντιδάνειο) αγγλική glycose < ελληνική γλυκύς < αρχαία ελληνική γλεῦκος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γλυκόζη θηλυκό χωρίς πληθυντικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία