ακρολεΐνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαακρολεΐνη και ακρολαΐνη θηλυκό
- (χημεία) χημική ουσία που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ασφυξιογόνων αερίων, καθώς και δακρυγόνων
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- ακρολεΐνη στη Βικιπαίδεια