γκρελίνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γκρελίνη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγκρελίνη θηλυκό
- άλλη ονομασία της γρελίνης
Μεταφράσεις
επεξεργασία γκρελίνη
→ δείτε τη λέξη γρελίνη |
γκρελίνη θηλυκό
→ δείτε τη λέξη γρελίνη |