• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αντιπεψίνη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντιπεψίνη οι αντιπεψίνες
      γενική της αντιπεψίνης των αντιπεψινών
    αιτιατική την αντιπεψίνη τις αντιπεψίνες
     κλητική αντιπεψίνη αντιπεψίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αντιπεψίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: antipepsin < anti- + pepsin < αρχαία ελληνική πέψις < πέσσω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αντιπεψίνη[1] θηλυκό

  • (βιολογία) (βιοχημεία) ένζυμο που αναστέλλει τη δράση της πεψίνης

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αντιπεψίνη
  • αγγλικά : antipepsin (en)
  1. ↑ αντιπεψίνη -  Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αντιπεψίνη&oldid=5454335"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 00:26

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 00:26.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας