βιντεοθήκη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιντεοθήκη θηλυκό
- συλλογή με βιντεοκασέτες ή (κατ’ επέκταση) αρχείο με βιντεοκασέτες καθώς και το σχετικό έπιπλο ή ντουλάπι όπου φυλάσσονται
- (σπάνιο) (παρωχημένο) βιντεοκλάμπ
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
βιντεοθήκη
|