ασετιλίνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.se.tiˈli.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐σε‐τι‐λί‐νη
- ομόηχο: ασετυλίνη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ασετιλίνη θηλυκό
- απλοποιημένη γραφή του ασετυλίνη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασετιλίνη
→ δείτε τη λέξη ασετυλίνη |