↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βαρυμπόμπη οι Βαρυμπόμπες
      γενική της Βαρυμπόμπης των Βαρυμπομπών
    αιτιατική τη Βαρυμπόμπη τις Βαρυμπόμπες
     κλητική Βαρυμπόμπη Βαρυμπόμπες
συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Βαρυμπόμπη < (επώνυμο) αλβανική Varibopi / Varibopë < σλαβικής προέλευσης varibob (μάγειρας οσπρίων ή κακών σιτηρών)[1][2] < варя (βράζω, μαγειρεύω, ψήνω) + боб (κουκί)
Η γραφή με –υ– (παρετυμολογικώς προς το βαρύς) δεν δικαιολογείται ετυμολογικά.

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /va.ɾiˈbo.bi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐ρυ‐μπό‐μπη

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βαρυμπόμπη θηλυκό

  1. οικισμός της Ελλάδας στην Αττική
    ※  «Ανάβουν τα αίματα» και πάλι στη βόρεια Αττική, με αφορμή τα πλευρικά διόδια στη Βαρυμπόμπη. (Γιώργος Λάλιος, Αντιδράσεις με φόντο τα διόδια στη Βαρυμπόμπη, εφημερίδα Καθημερινή, 3 Ιουνίου 2020)
  2. (παρωχημένο) οικισμός της Ελλάδας στον Νομό Τρικάλων (η σημερινή Φήκη Τρικάλων)
  3. (παρωχημένο) χωριό της Εύβοιας, πρώην ονομασία της Δάφνης[3]

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Συμεωνίδης Χαράλαμπος, (2010). Ετυμολογικό λεξικό των νεοελληνικών οικωνυμίων, τόμοι 1-2. Λευκωσία-Θεσσαλονίκη: Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, ISBN 978-960-92762-0-7.
  2. Max Vasmer, Die Slaven in Griechenland (Berlin: Verlag der Akademie der Wissenschaften in Kommission bei Walter de Gruyter u. Co., 1941)
  3. ΦΕΚ Α 188, 19 Αυγούστου 1954 (λήψη αρχείου PDF)