Κατηγορία:Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
Γλώσσα: Νέα ελληνικά » Ετυμολογία » Δανεισμοί » δάνεια » από τα αγγλικά ««« « Ετυμολογία « Αγγλικά |
- Άμεσα γλωσσικά δάνεια από μία γλώσσα σε άλλη με την επαφή των ομιλητών. Δείτε και τα λόγια δάνεια.
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 4 υποκατηγορίες, από 4 συνολικά.
Σελίδες στην κατηγορία "Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 499 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
- άβαταρ
- αβοκάντο
- αγαρδίτης
- αγιατολάχ
- αΐλανθος
- Αίρμπας
- ακρυλονιτρίλιο
- αλουμίνιο
- Αμερικανικός Πρότυπος Κώδικας για Ανταλλαγή Πληροφοριών
- Αμερικανός
- αμοιβάδα
- αναβολικός
- ανακόντα
- ανδεσίτης
- ανθρακίτης
- Ανναμπέλα
- Άννυ
- άνορακ
- αντιρευματικό
- αντιρευματικός
- αντιτράστ
- αντιφεμινιστής
- απαντήσιμος
- απαρτχάιντ
- Αριάνα
- ατζέντα
- ατόλη
- Αυστραλία
- Αφγανιστάν
- άφρο
- αφρο-
- αφροαμερικανικός
- Αφροαμερικανός
- άφτερ σέιβ
- αχίλλεια
Β
Γ
Ι
Κ
- καγιάκ
- καγκουρό
- καλειδοσκόπιο
- κάλικο
- Κάμερον
- καμπάνα
- καουμπόης
- κάπτεν
- καραόκε
- καρατέκα
- κάρμα
- καρτούν
- κάσιους
- κάστινγκ
- καταμαράν
- καφετέρια
- Κέιμπριτζ
- κέιτερινγκ
- κέτσαπ
- κιλομπάιτ
- κιλτ
- κινναμαλδεΰδη
- κιτ
- κλαμπ
- κλαμπ σάντουιτς
- κλάξον
- κλίνκερ
- κοάλα
- κογιότ
- κοιναισθησιοπάθεια
- Κόκος
- κοκτέιλ μολότοφ
- κολοφώνας
- κομπιούτερ
- Κόναν
- κονβόι
- κονέ
- κόνξα
- κόνσεπτ
- κονσόρτσιουμ
- κόουτς
- κόπι πάστε
- κοπιράιτ
- κόπυ πάστε
- κοπυράιτ
- κορνφλάουρ
- κουίζ
- κούλης
- κουμκουάτ
- κρας
- κρασάρισμα
- κρασαρισμένος
- κρασάρω
- κριντζάρω
- κροσάρω
- κυβερνητική