Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γκραφίτι < (άμεσο δάνειο) αγγλική graffiti

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γκραφίτι ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία